Άπειρες οι φορές που θα βρεθείς σε σταυροδρόμι κι οι πιθανότητες να κάνεις λάθος είναι 50-50. Συχνά στέκεσαι ενεός και αγχωμένος μπροστά στις δυο σου επιλογές, αλλά ο χρόνος σε πιέζει,  και τελικά, όσο πιο πολύ αγχώνεσαι, the chances are that ή που θα πάρεις τη «λάθος» επιλογή ή που θα μείνεις στάσιμος, έχοντας κάνει τη μη-επιλογή. Κακός σύμβουλος το άγχος.

Δλδ ο φόβος.

Σήμερα βρέθηκα για πρώτη φορά στο Σύνταγμα. Ξενέρωσα τη ζωή μου, ομολογώ, μου φάνηκε παθέτικ αυτό που είδα. Και λίγο σαν επανάληψη παλαιότερων χιλιοπαιγμένων επεισοδίων στη γνωστή Άουλα. Ομολογώ πως περίμενα να δω τις «μάζεις» και τα πλήθη, αλλά αυτά μάλλον με έστησαν. Ομολογώ ακόμη πως περίμενα να κουβεντιάζονται ουσιαστικότερα πράγματα, αλλά άκουσα πολλές γενικολογίες και αοριστολογίες (όσο άκουσα δλδ, γιατί είχα πιάσει και την ψιλοκουβέντα, το παραδέχομαι). Ωραία ήταν βέβαια τα περιπτερίδια στα πέριξ και οι επί μέρους ομάδες εργασίας (είδα μπόλικες γνώριμες φάτσες εκεί βέβαια, αλλά ας είναι).

Προσπαθώ να κλείσω το στόμα της ελιτίστριας που (δεν) κρύβω επιμελώς μέσα μου, αλλά διαπιστώνω πως δεν είναι εύκολο. Θέλω πολύ αυτό το πράγμα να βγάλει κάτι καλό, να δώσει, αν μη τι άλλο, προοπτική. Αυτό είναι κυρίως που λείπει. Η προοπτική και το όραμα. Συνειδητοποιώ πως η απόσταση αφ’ενός, ο ενθουσιώδης ψυχαναγκασμός αφ’ετέρου, με είχαν ποτίσει με το κρασί της υπέρμετρης αισιοδοξίας. Αλλά ας το προσπεράσω αυτό.

Υποθέτω πως το Σύνταγμα βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι αυτή τη στιγμή, σε ένα δίλημμα. Μόνο που τέτοιου τύπου διλήμματα απαντιούνται από τις ίδιες τις συλλογικότητες, ανάλογα με τον βαθμό ετοιμότητας και αποφασιστικότητάς τους την δεδομένη στιγμή, ανάλογα με τις ανάγκες τους, ανάλογα με το πόσα έχουν να χάσουν, ανάλογα με το πόσο πρόθυμες είναι για τη ρήξη. Κανείς, ατομικά, δεν μπορεί να προδικάσει τι θα γίνει στο Σύνταγμα. Η πλησιέστερη στο ρεαλισμό εκτίμηση που διάβασα πάντως είναι αυτή εδώ.

Σε κάθε περίπτωση, με αφήνουν παγερά αδιάφορη οι κορώνες των έμπειρων παντογνωστών που διαθέτουν μια απάντηση για κάθε ερώτηση, αλλά συχνά και ένα πρόβλημα για κάθε λύση. Η πραγματικότητα και η ιστορία, πάντα τους ξεπερνούν και αυτούς. Η πραγματικότητα και η ιστορία θέτουν τελικά τη βάση για τις πρωτοπορίες. Ο βαθμός αποφασιστικότητας επικαθορίζεται από τις ανάγκες. Μπορούν οι κατ’επάγγελμα επαναστάτες να παθιάζονται λεκτικά υπερβολικά, οι όψιμες πασιονάριες μπορούν να υποδεικνύουν δρόμους με όλη τη βεβαιαότητα του κόσμου. Δικαίωμά τους. Μολονότι φυσικά κανείς δεν έχει δικαίωμα να θέτει εαυτόν αυτόκλητα μπροστάρη, να αποφασίζει εξ ονοματος άλλων (ή και όλων) χωρίς εξουσιοδότηση, ή να κηρύττει απολυτα πεισμένος πως έχει στα χέρια του τη συνταγή της κοινωνικής σωτήριας -κι αν η κοινωνία δε θέλει να σωθεί; Η στιγμή που αυτοί όλοι θα ξεπεραστούν από την πραγματικότητα, εκείνη η θεϊκά ονειρική στιγμή θα γεμίσει την ατμόσφαιρα αδρεναλίνη και αληθινό πάθος. Θα είναι η στιγμή που πραγματικά ο καθένας ατομικά και ταυτόχρονα όλοι μαζί συλλογικά, θα παίρνουν τις ζωές τους στα χέρια τους και δεν θα εμπιστεύονται πια τις τύχες τους σε κανέναν άλλο, Η ζωή μου θα είναι προσωπική μου υπόθεση, γι’αυτόν ακριβώς το λόγο ο καλύτερος δυνατός χειρισμός της θα είναι συλλογικός.

Η ρήξη είναι τρομερά γοητευτική. Κυρίως όταν γίνεται συνειδητά, με αποφασίστικότητα και, οπωσδήποτε με το θάρρος που απαιτεί ένα τέτοιο βήμα. Αυτή η γοητεία της ρήξης με όλες τις βεβαιότητες, με όλες τις καβάτζες, με όλα τα ασφαλή δεδομένα, η στιγμή του σωτήριου salto mortale, ξεκλειδώνει την πόρτα της κάθαρσης και τίποτα πια δεν είναι ίδιο. Η προσωπική ρήξη είναι πολύ πιο δύσκολη, αλλά και πιο ουσιαστική. Είναι η απαραίτητη, η βασιλική οδός προς την συνολική ρήξη. Νιώθω πως είναι μεθυστική, όσο και η ελευθερία.

Έλεγα πριν πως μου φάνηκε παθέτικ στο Σύνταγμα που είδα, αλλά δεν πειράζει, γιατί ακόμα και αυτό το στάδιο είναι απαραίτητο, χρειάζεται να το περάσει και αυτό, για να φτάσει στο επίπεδο της ρήξης. Κρίμα για μένα που είχα την ευκαιρία να δω μόνο αυτό -προς ώρας-, αλλά χμ, πιστεύω στους συμβολισμούς και αυτόν εδώ λέω να τον πάρω πολύ προσωπικά.