Το Μεγάλο Μήλο

Ετικέτες

, , , , ,

Ένα ταξίδι είναι πάντα ένα παράθυρο που ανοίγει στο καινούριο. Μαθαίνεις πράγματα και ανατρέπεις άλλα που θεωρούσες δεδομένα. Υπάρχουν τόποι που είναι τόσο πολύ παντού, ώστε ακόμα και αν πας για πρώτη φορά, μοιάζουν οικείοι – τόσο αυτοί, όσο και οι προκαταλήψεις με τις οποίες τους έχουν φορτώσει. 

Η Νέα Υόρκη είναι ένα τέτοιο μέρος: υπάρχει παντού, σε ταινίες, σε τραγούδια, σε εικόνες και σε βιβλία. Είναι σα να την ξέρεις, άσχετα αν έχεις πάει. Πηγαίνοντας λοιπόν εκεί, συνειδητοποιείς ότι, ναι την ξέρεις γιατί έχεις δει τους Νονούς και το Good fellas και το Taxi driver, κι έχεις ακούσει Springsteen και τζαζ και Lou Reed ξερωγω. Αυτό που δεν ήξερες, όμως, είναι η αύρα, τα vibes, οι μυρωδιές, οι ήχοι – και σίγουρα οι άνθρωποι. 

Τι είναι οι Αμερικάνοι; Είναι πολύ βολικό να τους βάλεις μέσα σε ένα από τα πολλά κουτάκια που έχει φτιάξει γι’αυτούς η υφήλιος, αλλά είναι άδικο. Η ταυτότητά τους είναι κάτι που δε μπορούμε να συλλάβουμε κοιτώντας μέσα από τα ευρωπαϊκά γυαλιά μας. Για τους Αμερικάνους γενικά δεν ξέρω, οι Νεοϋορκέζοι πάντως συνιστούν μια απόδειξη ότι όλοι οι άνθρωποι στον πλανήτη είμαστε πολύ ίδιοι και πολύ διαφορετικοί. Κι ακόμα, ότι υπάρχουν και άλλοι τρόποι να κάνεις τα πράγματα, εκτός από αυτούς που ξέρεις. Κι αυτό είναι καλό ή κακό, είναι απλά γεγονός. Το θέμα γενικά με την αμερικάνικη ήπειρο για μας που ερχόμαστε από την Ευρώπη, είναι πως είναι ο καθρέφτης μας, που δείχνει και όσα δε μας αρέσουν. Το θέμα με μας που ερχόμαστε από την Ευρώπη, είναι πως εξακολουθούμε να βλέπουμε την αμερικάνικη ήπειρο σαν το άσωτο παδί μας – και να την πατρονάρουμε. Μόνο που οι αμερικάνοι (του βορρά και του νότου) μας έχουν ξεπεράσει και καλώς. Ένα ωραίο με αυτούς τους τύπους στη Νέα Υόρκη, για παράδειγμα, είναι πως σε κάνουν να νιώθεις ανάλαφρα, ακόμα κι όταν προσεγγίζεις δύσκολα θέματα, όπως η μετανάστευση. Επίσης, από το δικό τους πρίσμα, τα πράγματα μπορεί να είναι σύνθετα, χωρίς να είναι περίπλοκα. Και, σημαντικό, είναι πολύ χαμογελαστοί, πολύ ευγενείς και πολύ ευχάριστοι. They make your day. 

Η αμερικάνικη ταυτότητα, για καλή της τύχη, δεν κουβαλάει όλο αυτό το βάρος των αιώνων που κουβαλάνε οι ευρωπαϊκές ταυτότητες. Είναι ευέλικτη, μονίμως σε κίνηση και σε εναλλαγή. Και όλα αυτά βέβαια, με τον αστερίσκο που πρέπει να μπει για οποιαδήποτε ταυτότητα: η γενίκευση που αναγκαστικά τις χαρακτηρίζει είναι άδικη και αφαιρετική. Μαλάκες και ωραίοι τύποι υπάρχουν παντού.

Το στοιχείο της ευελιξίας και της κίνησης αποτυπώνεται και στην αρχιτεκτονική της πόλης. Η Νέα Υόρκη είναι η χαρά του αρχιτέκτονα: είναι ψέμα ότι η πόλη έχει μόνο ουρανοξύστες. Φυσικά και έχει, πάρα πολλούς και πάρα πολύ τεράστιους. Έχει και πολύ Bauhaus, art déco, τα διάσημα tenement, γεωργιανά και ένα σωρό άλλα -αδύνατο να κάνεις λίστα. Πέρα από το Gotham, η πόλη είναι σαν αρχιτεκτονικό lab. 

Η διαρκής εναλλαγή και κίνηση αποτυπώνεται και στο φαγητό – και don’t get me started, είναι αδύνατο να μη φας καλά στη Νέα Υόρκη, γιατί είναι τόσο τεράστια η ποικιλία, που σίγουρα θα βρεις κάτι (πολλά) που να σου αρέσει. Και δε μιλάω καν για τα γλυκά! 

Μου έκανε εντύπωση το γεγονός ότι, αν και είναι μια πολύ ακριβή πόλη, υπάρχουν δεκάδες ενδιαφέροντα, αξιόλογα και ωραία πράγματα που μπορείς να κάνεις φτηνά ή και τζάμπα: το High line είναι δωρεάν. Το Museum of the American Native επίσης -και πολύ καλά κάνει. Δεν περίμενα ότι θα υπήρχαν δωρεάν πράγματα στις ΗΠΑ. Κι ακόμα, μπορείς να βρεις καλό φαγητό φτηνά (many thanks to Lonely planet και στα τιπς φίλων) Και φυσικά μπορείς να περάσεις τέλεια, απλά περπατώντας χιλιόμετρα έξω στους δρόμους, ενώ το μετρό κυκλοφορεί 24/7.

Ο μύθος περί επικίνδυνης πόλης επίσης έχει καταρριφθεί εδώ και περίπου δυο δεκαετίες. Περπατάς άνετα παντού, οποιαδήποτε ώρα της μέρας ή της νύχτας, εφόσον φυσικά δείχνεις την προσοχή και το σεβασμό, που σαν ξένος οφείλεις. 

Ένας ακόμα μύθος έχει σχέση με το κάπνισμα: ψέμα η τρομοκρατία ότι δε μπορείς να καπνίσεις πουθενά – μπορείς να καπνίσεις εξίσου παντού με οποιαδήποτε ευρωπαϊκή πόλη. 

Μετά από δυο χρόνια κλεισούρας, lock-down και πανδημίας, οι άνθρωποι έχουν πολλή ανάγκη να βγουν έξω, να διασκεδάσουν με χαλαρότητα και να ταξιδέψουν. Στις Ηνωμένες πολιτείες, όμως, το covid δεν έχει τελειώσει. Είναι εντυπωσιακά μεγάλος ο αριθμός των ανθρώπων που κυκλοφορούν με μάσκα, ακόμα και στο δρόμο, και δεν είναι μόνο Ασιάτες. Για να επιβιβαστείς στο αεροπλάνο, πρέπει να δείξεις πιστοποιητικό εμβολιασμού ή αρνητικό τεστ. Όσο ήμασταν εκεί, γύρισαν πίσω στην Κίνα δύο πτήσεις σούμπιτες, αφού βρέθηκαν πολλοί επιβάτες θετικοί – στις πτήσεις από Ασία κάνουν random ελέγχους. Επίσης, σε πολλά κλειστά μέρη, όπως θέατρα και μουσεία, η μάσκα είναι υποχρεωτική για όλους. 

Πάντως η παραμονή της Πρωτοχρονιάς δεν ήταν ιδιαίτερα εντυπωσιακή: ελάχιστα πυροτεχνήματα και ψιλοπροβλεπόμενα (όσο και πανάκριβα) overcrowded parties. Στο διάσημο ball drop countdown στην Times από την άλλη, ένας τύπος τραυμάτισε δυο αστυνομικούς με ματσέτα. Αντιθέτως, στο Ιdaho, όπου ο καινούριος χρόνος μπαίνει δυο ώρες μετά… το κάψανε!

Δεκάδες εικόνες και στιγμές και σκέψεις έφερα μαζί μου πίσω στο Βρυξελλοχώρι -που μοιάζει τώρα ακόμα πιο χωριό-, και νομίζω ότι θα περάσει καιρός μέχρι να μην τη σκέφτομαι τη Νέα Υόρκη. Και δεν το περίμενα με τίποτα, ότι θα με εντυπωσίαζε και θα μου άνοιγε το μυαλό τόσο πολύ. Με δυο κουβέντες, μια συνεπαρτική, ενθουσιαστική, μοντέρνα πόλη που διαρκώς εξελίσσεται, αλλά έχει πάνω της το αποτύπωμα της βαρειάς, σοφής και ξινής γιαγιάς της, που βρίσκεται στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.

υγ. Μυρίζει μπάφος παντού -πολύ περισσότερο κι από την Ολλανδία!

20 Χρόνια Βρυξελλάκι καρδούλα

Χτες συμπλήρωσα 20 χρόνια ζωής εκτός Ελλάδας και είναι σχεδόν η μισή μου ζωή. Σαν χτες πριν από 20 ακριβώς χρόνια, απόγευμα της τελευταίας μέρας του Φλεβάρη, μια πτήση της Ολυμπιακής με έφερε στο Βρυξελλάκι. Θυμάμαι πάρα πολύ καλά το άγχος μου, έφευγα για πρώτη φορά, όχι απλά από την Αθήνα, αλλά με σκοπό να μείνω πέντε μήνες -νόμιζα τότε η αφελής- σε μια πόλη που δεν γνώριζα. 

Θυμάμαι πολύ καλά αυτή την πτήση: γύρω στις 6 το απόγευμα, το αεροπλάνο χώθηκε μέσα σε μια εναέρια Μόρντορ, πηχτά γκρι σύννεφα και κεραυνοί γύρω μας, δυνατοί άνεμοι το πήγαιναν πέρα δώθε λες και ήταν αερόστατο. Προσγειωθήκαμε με εντελώς βουλωμένα αυτιά και ανακατεμένα στομάχια σε ένα άσχημο αεροδρόμιο κακής 70s αισθητικής, ενώ έπεφτε τρελή βροχή (πού’νά ξερα) και φύσαγε τρελός αέρας (πού να΄ξερα δις).

Μόλις είχε ξεκινήσει η αποκλειστική κυκλοφορία του ευρώ, κι εγώ έψαχνα να βρω σπίτι σε μια άγνωστη πόλη, στην οποία ακόμα ο κόσμος συνεννοούνταν σε βέλγικα φράγκα, ενώ εγώ έπρεπε να κάνω νοερά τη μετατροπή από φράγκα σε ευρώ και από ευρώ σε δραχμές, μπας και βγάλω άκρη. Τλκ νοίκιασα μια σοφίτα τύπου Αμελί Πουλέν, αλλά πανάκριβη και κατάτι λιγότερο ρομαντική: οι κουρτίνες ήταν μισοσκισμένες, οι ταπετσαρίες ψιλοσάπιες και τα βράδια από πάνω από το κεφάλι μου άκουγα κάτι συμπαθή τρωκτικά να παρτάρουν, αλλά νεβερ μάηντ, δεν περνούσα και πολύ χρόνο εκεί μέσα. Παράλληλα, έπρεπε να συνηθίσω σε κάτι γαλλικά που δεν ήταν αυτά που είχα μάθει (άκου nonante!), αλλά και σε μια άλλη γλώσσα που δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι τη μιλούσε τόσος πολύς κόσμος στο Βέλγιο, ώστε όλες οι επιγραφές να είναι δίγλωσσες. 

Τις πρώτες μέρες έμεινα σε ένα ξενοδοχείο που λεγόταν Aristote, κοντά στην πλατεία Στάλινγκραντ (!), σε μια περιοχή που μετά κατάλαβα ότι δεν ήταν και πολύ καλόφημη (κοντά στο Midi για σας που ξέρετε), και του οποίου οι διάδρομοι με τα δωμάτια είχαν ονόματα εμπνευσμένα από την Κόλαση του Δάντη. Έμενα σε ένα δωμάτιο στο Πουργκατόριο και τα βράδια διάβαζα τα τελευταία κεφάλαια από το Έγκλημα και Τιμωρία. Καθώς αναλογίζομαι τη φάση, αναρωτιέμαι αν περνούσα κατάθλιψη ή αν έχω ξεχάσει τι έπινα. Το ξενοδοχείο πάντως εκεί είναι ακόμα. 

Πέρασα πέντε καταπληκτικούς μήνες, όπου στην πρακτική που έκανα δεν καταλάβαινα χριστό (πλέον μπορώ να το παραδεχτώ χωρίς αμηχανία), αλλά μετά τις 6 που σχολάγαμε και τα ΣΚ ζούσα αυτό που ήταν ο σκοπός μου όταν αποφάσισα να φύγω: την περιπέτεια, την εμπειρία να μη μιλάς ελληνικά, να γνωρίζεις κόσμο από ένα σωρό απίθανες χώρες, να κάνεις βόλτες με το τρένο για πλάκα και να περνάς τα ΣΚ σε άλλες χώρες, χωρίς απαραίτητα να πάρεις αεροπλάνο. Δεν είχα καμία όρεξη να επιστρέψω στην Ελλάδα -όχι μόνο για όσα με καλούσαν σαν σειρήνες εδώ, αλλά και για όσα ήθελα να αποφύγω εκεί. 

Δε θα μπω σε λεπτομέρειες, δύο ακόμα χώρες μετά, επέστρεψα στο Βρυξελλάκι, για να ανακαλύψω ότι η περιπέτεια τελειώνει όταν αρχίζεις να έχεις μια κανονική βαρετή δουλειά. Ότι η προσαρμογή δεν είναι εύκολη όταν εγκαθίστασαι μόνιμα σε μια άλλη χώρα, και ξεκινάς μια κανονική ζωή. Ότι γνκ η ζωή, όταν τελειώσει η φοιτητοκατάσταση, δεν είναι τραλαλά. 

Έφυγα από την Ελλάδα σε μια εποχή που φεύγαμε από επιλογή, για να ζήσουμε την περιπέτεια, και μπορεί να επιστρέφαμε, μπορεί και όχι, αλλά μπροστά μας ανοίγονταν ένα σωρό προοπτικές, ή μάλλον έτσι νομίζαμε οι αδαείς τότε στα χρόνια της φούσκας. 

Κατάλαβα πόσο πολύ μου έλειπε η Ελλάδα το Δεκέμβρη του 08. Μου φαινόταν αδιανόητο ότι μάθαινα τα νέα από το tvxs και το indymedia, κι ότι ο κόσμος γύρω μου δεν καταλάβαινε τι σήμαινε αυτό που συνέβαινε στην Αθήνα, ότι για να μοιραστώ αυτό που ένιωθα, έπρεπε να καλέσω διεθνή κλήση. 

Αποπειράθηκα μάταια να επιστρέψω στην Ελλάδα τέσσερα χρόνια αργότερα, τη χειρότερη στιγμή και φσκ πήρα αυτό που καταλαβαίνετε: έψαχνα δουλειά στην Ελλάδα το 12, πιο άκυρο πεθαίνεις. Τότε, συζητώντας και με άλλους “βετεράνους” του εξωτερικού, συνειδητοποίησα ότι στη δεκαετία πάνω κάνεις ταμείο. Κι ότι αν είσαι ακόμα έξω, κάπως το διψήφιο νουμεράκι σε ταρακουνάει, αλλά μάλλον είναι ώρα να αρχίσεις να συνηθίζεις στην ιδέα ότι δεν παίζει να γυρίσεις. 

Μαθαίνεις να ζεις με γέφυρες: τουήτερ, σκάηπ, blogs, ενώ η αναζήτηση στο skyscanner γίνεται χόμπι ή ρουτίνα. 

Νταξ, μεγαλώνοντας, ωριμάζεις (λένε), κατασταλλάζεις (λένε), βγάζεις συμπεράσματα. Μαθαίνεις θα πω εγω. Αν έμαθα κάτι είναι ένα πράγμα που μοιάζει με απερίγραπτο κλισέ, αλλά είναι πέρα για πέρα αληθινό: οι άνθρωποι έχουμε πιο πολλά κοινά από διαφορές. Είμαστε περισσότερο κοντά, περισσότερο ίδιοι από όσο νομίζουμε. Έχουμε τις ίδιες ανάγκες, έχουμε συναισθήματα και θέλουμε όλοι να ζούμε καλά. Κι όταν μας φταίει ο καιρός, η δουλειά ή ο διπλανός μας στο μετρό -κάτι άλλο στην πραγματικότητα μας φταίει, και θα συνεχίσει να μας φταίει, ακόμα κι αν μετακομίσουμε στο αντίθετο ημισφαίριο. 

Έχω κάπως την αίσθηση πως δεν έχει σημασία πού ζεις. Σημασία έχει πώς ζεις. Σημασία έχει ποιους ανθρώπους επιλέγεις να έχεις γύρω σου. Πατρίδα τλκ (ή μάλλον home που είναι λιγότερο σεξιστικό και πιο ακριβές) είναι οι άνθρωποι, όχι τα κτήρια. Έτσι κι αλλιώς, το τι διαβατήριο έχεις είναι τυχαίο γεγονός. Τολμώ να πω ότι πλέον θα μπορούσα να ζήσω οπουδήποτε δεν είναι εμπόλεμη ζώνη και δεν έχει ξερωγώ κάποια major καταστροφή. Ποιος ξέρει, θα δείξει. 

Είκοσι χρόνια – πέρασαν σα μια ανάσα, είναι περίεργο, είναι και λίγο συγκινητικό. 

Είκοσι χρόνια, λοιπόν, Βρυξελλάκι καρδούλα.

Another wonderful piece by the great Mr. Jonathan Coe 

[…] «These people had nothing, that’s the amazing thing», Rachel said to Frederick.  […] «They had nothing and yet they produced this astonishing work. They created. They gave. They gave these beautiful objects back to the society which had taken everything away from them.» 

Freddie grunted. He was only half listening. The Sunday Times business pages were absorbing most of his attention. Everything about his posture, his indifference, his arrogance suddenly struck Rachel and ignited in her a flame of indignation. 

«Bit of a contrast,» she said, «to some people I could mention. The sort of people who have everything but never give anything back at all.» 

«Spare me the moralizing.» said Freddie wearily, putting the newspaper down at last. «For your information, Sir Gilbert – if that’s who you’re talking about – has already created more jobs than most people will create in a lifetime. He employs people, he pays wages, he spends his money in hotels and restaurants and car showrooms. Everybody benefits from that. Everybody. »

«Really?» said Rachel.»And yet he hardly pays any taxes. Thanks to you«. 

«You don’t know what you’re talking about.» 

«Oh, I’m beginning to get a pretty good idea. You follow them around the world, giving them bits of paper to sign – a trust fund here, an offshore account there. Moving their money around to places where the tax people can’t get near it. Madiana probably has non-dom status, doesn’t she? What’s the betting most of Gilbert’s companies are in her name? What’s the betting he declares about the same level of income as a nurse?»

«Everything we do, «said Freddie,»is perfectly within the law

«Well, one of these days the law might change.»

«Why would that happen?»

«Because people are getting fed up

«So, the revolution is on its way, is it? ‘The people’ are getting ready to man the barricades and dust down the guillotines? I don’t think so. Give them enough ready meals and nights in front of the TV watching celebrities being humiliated in the jungle and they won’t even want to leave their sofas. No, the law on this won’t be changing anytime soon. As it happens, I attended a reception at Number 11 just the other day and had a long conversation with the Chancellor, and he very much has… other priorities, I would say.»

«You know each other, do you?» 

«Family ties. Our fathers were at prep school together.» 

Rachel raised her eyes to the ceiling. «Oh my God. This country really hasn’t changed at all in the last hundred years, has it?» 

«That’s because the current system works perfectly well.» 

Jonathan Coe, Number 11, présente. 299-301, published in 2015

μετά τη στροφή

Ανοίγοντας της πόρτα της πέμπτης δεκαετίας, το πιο κυρίαρχο συναίσθημα είναι αυτό το «μετά τη στροφή», ακόμα ένας ελικοειδής δρόμος με αδιευκρίνιστο τέλος διαφαίνεται, μαζί με το πιο θετικό προαίσθημα του κόσμου. Έχοντας πια εγκαταλείψει την δαμόκλειο σπάθη του επικείμενου που όλο το φτάνεις και όλο ξεφεύγει, έχοντας κατακτήσει τη γνώση πως ο χρόνος μόνο γραμμικός δεν είναι, απλά ζεις.

Όσοι είστε πριν το γύρισμα, να ξέρετε πως σας περιμένει απέραντη γαματοσύνη. Οι άλλοι, το ξέρετε ήδη.

Αγάπες, φιλιά, υγεία, κάβλα κι επανάσταση 🙂

Και όμορφα ταξίδια στην ψυχή του Άλλου.

the supreme object of life

The Supreme object of life is to live. Few people live. It is true life only to realise one’s own perfection, to make one’s every dream a reality.
Oscar Wilde

Οι μεγάλες πόλεις μού προκαλούν το ίδιο συναίσθημα με την αδεισώπητη φυση: νιώθω απειροελαχιστη -και αυτό είναι σοφία. Είμαι, όπως και ο καθένας από μας, ένα μικρό σημάδι που έχω την ευθύνη να κάνω ο, τι καλύτερο μπορώ με τη μικρή μου ύπαρξη. Για μένα και για τους άλλους. Αλλά δε γίνεται να κάνεις καλό στους άλλους, αν δεν κάνεις καλό σε σένα.

Στις μεγάλες πόλεις, είναι ωραία να κυκλοφορείς χωρίς χάρτη και χωρίς προορισμό. Μολονότι η αυτόματη τάση είναι η ευθεία πορεία, τα θαύματα κρύβονται πίσω από τις γωνίες, τα βρίσκεις αν επιλέξεις την τεθλασμενη των στροφών. Αν ακολουθήσεις το gut feeling.

Μαγικό πράγμα αυτό το gut feeling, κι όταν αποφασίσεις και καταφέρεις να το βγάλεις από το mute και να το αφήσεις να ψυχανεμίζεται τι είναι καλό και τι κακό, αν μάλιστα αποφασίσεις να το ακούς κιόλας, έχεις μάλλον θέσει τις σωστές προϋποθέσεις για να εντοπίζεις τα μικρά θαύματα της ζωής και να τα απολαμβάνεις.

Ταξιδεύοντας ανοίγω το βλέμμα και το μυαλό, μαθαίνω, απορροφω καινούριες εικόνες και εμπειρίες σαν σφουγγάρι, κανω μια διπλή εξερεύνηση προς τα έξω και προς τα μέσα, μαθαίνω τον κόσμο και εμένα.Κι αν κάτι έμαθα πολύ πρόσφατα -ίσως καθυστερημένα, αν υπάρχει σωστός χρόνος για τέτοια πράγματα- είναι πως το πιο όμορφο, μαγικό και γεμάτο εκπλήξεις ταξίδι, είναι αυτό που κάνεις στην ψυχή του Άλλου.

15401070_384060175266589_23915244961247019_n

Λονδίνο, 10 Δεκέμβρη 2016

κείνος ο σκοπός που λέγανε οι Χιλιάνοι

Ετικέτες

, , , , , , ,

img_20161028_170805

La Moneda, Santiago

Η Χιλή δεν είναι μία χώρα.Είναι μια ευρύτατη παλέτα από διάφορες πλευρές πολλών περιοχών του πλανήτη -από όλες τις απόψεις: πολλές γεωγραφίες, τοπία, άνθρωποι, ιστορίες, εικόνες, χρώματα. Από τον άγριο βορρά ως τον αρκτικό νότο, εκτείνεται σε τρεις γεωγραφικές ζώνες (τροπική, εύκρατη και αρκτική). Περιλαβάνει διάφορες εποχές και ζουν σε αυτή άνθρωποι με τις πιο αντιφατικές καταγωγές και φόντα.

img_8763

Lastarria, Santiago

Κυκλοφορώντας στο Σαντιάγο νιώθεις πάρα πολύ οικεία, σα να βρίσκεσαι σε μια οποιαδήποτε μεσογειακή πόλη. Το κέντρο της χιλιανής πρωτεύουσας θυμίζει Αθήνα ή Μαδρίτη, τα μοδάτα barrios έχουν κάτι από Βαρκελώνη ή Μεταξουργείο, οι άνθρωποι γύρω σου θα μπορούσαν να είναι Θεσσαλονικείς ή Σεβιλλιάνοι. Στο Σαντιάγο δε νιώθεις εκ πρώτης όψεως το βάρος καμιάς ιστορίας, είναι μια μεγαλούπολη, σαν οποιαδήποτε άλλη. Εκ πρώτης όψεως -αν πας στη Μονέδα (το προεδρικό μέγαρο) και βρεθείς μπροστά στο άγαλμα του Αλλιέντε, και ξέρεις την ιστορία βέβαια, ναι τότε τη νιώθεις. Επιλέγεις ίσως να τη νιώσεις, αυθυποβάλλεσαι.

img_20161029_193007

Barrio Bellavista, Santiago

Σε όλη τη διάρκεια του ταξιδιού μου στη Χιλή, προσπάθησα επίμονα να αποσυνδέσω αυτά που ήξερα ήδη για την ιστορία της χώρας, από αυτά που έβλεπα γύρω μου. Μάταια. Αν έχεις διαβάσει το Σπίτι των πνευμάτων της Ιζαμπέλ Αλλιέντε και το Δόγμα του Σοκ της Ναόμι Κλάην, αν έχεις δει το Il postino, αν έχεις ακούσει τις μουσικές του Βίκτορ Χάρα και της Βιολέτα Πάρρα, είναι απλά αδύνατον, αδύνατον όμως να μην συνδέεις τις εικόνες που βλέπεις με τις εικόνες που έχεις ήδη στο κεφάλι σου.

img_20161111_153003

Barrio Bellas Artes, Santiago

Φτάσαμε λοιπόν στο Σαντιάγο, μετά από 19 ώρες πτήση και βγήκαμε να κάνουμε μια βόλτα στο κέντρο. Με το που βγήκαμε από το μετρό, πέσαμε πάνω σε πλανόδιο σουβλακοπώλη, λίγο πιο κάτω μια γυναικα πούλαγε ένα πράγμα σαν βυσσινάδα με σπόρους σταριού (που δεν κατάφερα ποτέ να απομνημονεύσω πώς το λένε τελικά το βρήκαμε!) λίγο πιο πέρα ένας άλλος πούλαγε εμπανάδες και χυμούς. Ανεκτίμητο πράγμα το street food, ανεκτίμητη αξία το να μπορείς να βρεις φαγητό όποια ώρα κι αν πεινάσεις -ειδικά αν ζεις στη Δυτική Ευρώπη, όπου τα στομάχια των ανθρώπων πεινάνε με ατζέντα.
Κι εκεί που περιδιαβαίναμε σαν αφελείς τουρίστες, ενθουσιασμένοι από τον ανοιξιάτικο ήλιο, μπαίνοντας στο barrio Paris-Londres, βλέπουμε ανάμεσα στις πλάκες του πεζοδρόμου, μερικές μπρούτζινες πλάκες με ονόματα και ηλικίες. Στρέφουμε αριστερά και αντικρύζουμε μια σειρά ταμπλώ με φωτογραφίες από την εκστρατεία του δημοψηφίσματος του ’87, πίνακες με αριθμούς αγνοουμένων και νεκρών, εικόνες από διαδηλώσεις και συνθήματα. Καλως όρισαμε στη Χιλή του ακόμα υπαρκτού διχασμού, όπου το debate για τη Χούντα είναι ακόμα ανοιχτό, παρόν, κι ας ήταν ταμπού μέχρι πριν από πολύ λίγα χρόνια.

img_20161111_153131

Barrio Bellas Artes, Santiago

Το Londres 38 ήταν σα να λέμε το “Μεταγωγών” ή η “Μπουμπουλίνας”. Σήμερα είναι ένα ανοιχτό κέντρο μνήμης, που διαθέτει μια μόνιμη έκθεση, οργανώνει άλλες προσωρινές και παρέχει πληροφορίες και έντυπο υλικό σε κάθε περαστικό.
Η βόλτα συνεχίζεται στην Plaza de Armas (που υπήρξε το θέατρο μεγάλων κινητοποιήσεων και σημαντικών γεγονότων), το κτήριο του Κονγκρέσου και του Δικαστηρίου στο barrio Civico, την περιοχή των κυβερνητικών υπηρεσιών. Με κατάληξη στη Μονέδα. Είναι δύσκολο να μη σκεφτείς, αντικρύζοντάς την, ότι πριν από 43 χρόνια, το κτήριο αυτό βομβαρδίστηκε από το στρατό, με εντολές των αμερικανών πρακτόρων, για να εξοντώσει φυσικά τον πρώτο εκλεγμένο σοσιαλιστή πρόεδρο στη Λατινική Αμερική -και τελικά να εκτελέσει την ελπίδα ενός ολόκληρου λαού για κοινωνική δικαιοσύνη.

img_20161029_193111

La Chascona, Casa Pablo Neruda, Barrio Bellavista, Santiago

Η ζωή βέβαια συνεχίστηκε κ αναπόφευκτα θα συνεχίσεις κι εσύ τη βόλτα για ποτό στη Lastarria, την πολύχρωμη γειτονιά με τα wine bars και τους πλανόδιους κοσμηματοπώλες και θα πετύχεις tamburristas: οι πλανόδιοι μουσικοί κρουστών είναι μακρά παράδοση στη Χιλή, πιθανότατα συνδεδεμένη με το παρελθόν των αφρικάνων σκλάβων ή των ιθαγενών.

img_20161105_014150

The Clinic bar, Barrio Bellavista, Santiago

Αλλά το παρελθόν δεν έχει πει την τελευταία του λέξη, είναι εξάλλου πολύ νωρίς ακόμα. Μετά την πτώση της Χούντας στη Χιλή, αρκετά χρόνια μετά το πέρασμα στη δημοκρατία (με εισαγωγικά ή χωρίς), συστήθηκε μια επιτροπή νομικών και ερευνητών, με στόχο να διερευνήσει τα εγκλήματα κατά των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που συνέβησαν κατά τα χρόνια του Πινοσέτ. Το πόρισμα των εργασιών της εκδόθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 2000 και εκτίθεται πλέον στο Museo de la Memoria y de los derechos humanos (Μουσείο της μνήμης και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων). Η πρόσβαση στο μουσείο είναι δωρεάν και η επίσκεψη ξεκινά με φωτογραφίες από τα μνημεία που έχουν ανεγερθεί σε διάφορα σημεία της χώρας για να τιμήσουν τα θύματα, τους βασανισμένους και τους αγνοούμενους. Τα αποτελέσματα της έρευνας είναι αμείλικτα: 28.000 βασανίστηκαν, 3.000 εκτελέστηκαν,1.250 εξαφανίστηκαν και 200.000 εξορίστηκαν. Τα νούμερα αυτά είναι πιθανότατα πολύ μικρότερα από τα πραγματικά, αλλά και πάλι είναι λίγοτερο τρομακτικά από τα στοιχεία και τις αλήθειες που περιμένουν τον επισκέπτη στον πρώτο και στο δεύτερο όροφο του μουσείου.

dscf7439

Museo de la Memoria y de los Derechos humanos, Santiago

Ξεκινώντας την κατ’εξοχήν έκθεση, ο επισκέπτης βλέπει ένα ολιγόλεπτο βίντεο που αφηγείται τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου 1973, από την απόβαση του ναυτικού στο Βαλπαραϊσο ως το βομβαρδισμό της Μονέδα, τις εκατοντάδες συλλήψεις εκείνης της ημέρας, τον εγκλεισμό των συλληφθέντων στο στάδιο του Σαντιάγο, όπου βασανίστηκαν και εκτέλεστηκαν όλοι, μέσα στις επόμενες λίγες μέρες. Εικόνες από τις εν ψυχρώ συλλήψεις στους δρόμους και από το στάδιο, το τελευταίο διάγγελμα του Αλλιέντε στο ράδιο Magallanes, οι πρώτες δηλώσεις των αρχηγών των ενόπλων δυνάμεων, και μετά αντίκειμενα και μαρτυρίες των θυμάτων, οι κατασκευές των κρατουμένων στις φυλακές, τα γράμματα των παιδιών και των αγαπημένων τους προσώπων, η αναζήτηση πτωμάτων στην έρημο και στα βουνά από μανάδες, αδέρφια, παιδιά και φίλους, τα όργανα των βασανιστηρίων, αναπαραστάσεις κελιών, η σιδερένια πόρτα μιας από τις φυλακές. Αλλά και αφίσες και υλικό από το τεράστιο διεθνές κίνημα υποστήριξης στο χιλιανό λαό, αποκόμματα από εφημερίδες (χιλιανές και ξένες), η ιστορία του δημοψηφίσματος που οδήγησε στη δημοκρατική μετάβαση (η Χούντα στη Χιλή δεν έπεσε: εξαναγκάστηκε σε συνταγματικές μεταρρυθμίσεις που οδήγησαν στην εξομάλυσνη, κατοχυρώνοντας όμως το δικαίωμα του Πινοσέτ να είναι γερουσιαστής και εξασφαλίζοντας έτσι πως δεν κινδύνευε να δικαστεί και να τιμωρηθεί), η εκστρατεία του Νο!, οι εκδηλώσεις χαράς και οι διαδηλώσεις που ακολούθησαν την καθαίρεση του Πινοσέτ.
Κι αν κατάφερες να δεις όλα αυτά χωρίς να συγκινηθείς, είναι αδύνατο να μην κλαψεις μπροστά σε αυτό που το μουσείο φυλάει για το τέλος. Ένας τεράστιος τοίχος με φωτογραφίες των αγνοουμένων, μπροστά του ένας υπολογιστής: εκεί μπορείς να γράψεις το όνομα του ανθρώπου σου και μόλις το περάσεις, η φωτογραφία του φωτίζεται.

dscf7701

Valparaiso

Και μετά βγήκαμε έξω στο μόνιμα ηλιόλουστο Σαντιάγο και η ζωή ήταν εκεί. Στο barrio Bellavista με το πανέμορφο patio, τα καφενεία και τα μπαρ και με το ένα από τα σπίτια του Νερούδα. Εκεί δεσπόζουν μερικά από τα υπέροχα γκράφιτι που κοσμούν την πόλη, αλλά είναι αραδιασμένα και μερικά από τα πιο όμορφα εστιατόρια και μπαρ του κόσμου. Ένα από αυτά, έχει μια πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία: όταν ο Πινοσέτ ήταν άρρωστος και τάχα “κρατούμενος” σε νοσοκομείο του Λονδίνου, στη Χιλή ξεκίνησε ένα σατιρικό πρότζεκτ, με το όνομα “The Clinic”. Αρχικά ήταν ένα εφημεριδάκι που παρωδούσε τη νοσηλεία του πρώην δικτάτορα και τα ανεκδοτολογικά που κυκλοφορούσαν για την οικογένεια και τους φίλους του. Το εφημεριδάκι είχε τεράστια επιτυχία και εξελίχθηκε σε κανονική σατιρική εφημερίδα που υπάρχει ακόμα -αλλά και μια αλυσίδα μπαρ με θέμα ακριβώς την ιστορία του πραξικοπήματος και της δικτατορίας.

DSCF7772.JPG

Valparaiso

Η επόμενη στάση μας ήταν το ομορφότερο λιμάνι του κόσμου: Βαλπαραϊσο σημαίνει “κοιλάδα του Παραδείσου” και όντως περί αυτού πρόκειται. Η πόλη είναι χτισμένη αμφιθεατρικά σε μια σειρά αρκετά απότομων λόφων και έχει μέτωπο στη θάλασσα σε πολύ μεγάλο μήκος. Το κέντρο της, που είναι και αυτό που επισκέπτονται οι ξένοι, είναι ένα συνονθύλευμα από ελικοειδή λαβυρινθώδη δρομάκια, πολλά από αυτα έχουν τη μορφή σκαλοπατιών, ενώ οι τοίχοι, όλοι μα όλοι οι τοίχοι, είναι γεμάτοι από καταπληκτικά πολύχρωμα γκράφιτι. Όλη η πόλη μοιάζει με μεγάλη πινακοθήκη και έχει πλέον αναγνωριστεί ως μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO. Τα δρομάκια είναι γεμάτα με μικροπωλητές, μουσικούς, καλλιτέχνες δρόμου, tamburristas, λατέρνες. Όλη η πόλη -ή μάλλον όλο το, αρκετά μεγάλο, κέντρο, είναι γεμάτο χρώματα και μουσικές. Μάθαμε επίσης πως εκεί γιορτάζεται η πιο φαντασμαγορική πρωτοχρονιά της χώρας, καθώς η θάλασσα γεμίζει με φωτισμένα πλοιάρια που πετάνε πυροτεχνήματα.

IMG_20161030_171427.jpg

Valparaiso, ιθαγενείς Μαπούτσε

Το λιμάνι του Βαλπαραϊσο ήταν εξαιρετικά πλούσιο και ακμαίο, μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, όταν άνοιξε η διώρυγα του Παναμά. Μέχρι τότε, όλα τα καράβια που περνούσαν από τον Ατλαντικό στον Ειρηνικό και τούμπαλιν, έκαναν αναγκαστικά εκεί στάση για ανεφοδιασμό. Έτσι, το Βαλπαραϊσο ήταν ένα από τα μεγαλύτερα διαμετακομιστικά και εμπορικά κέντρα της ηπείρου, γεγονός που του έδωσε πολύ έντονη ζωή και πλούτο. Εκεί ιδρύθηκε η πρώτη και (μέχρι και σήμερα) μεγαλύτερη εφημερίδα της Χιλής, η El Mercurio (φέρει μάλλον όχι τυχαία το όνομα του θεού του εμπορίου) και αναπτύχθηκαν κάθε είδους εμπορικές και πολιτιστικές δραστηριότητες, αλλά και ένα από τα σπουδαιότερα πανεπιστήμια της χώρας Η αίγλη αυτή αποτυπώνεται και στα εντυπωσιακά αποικιακά κτήρια που δεσπόζουν στην κεντρική πλατεία Sotomayor, όπου βρίσκεται και η έδρα του πολεμικού ναυτικού της χώρας. Από την άιγλη αυτή παραμένει ελάχιστη, αφού η πόλη έχει πια χάσει την εμπορική ισχύ και το οικονομικό σφρίγος της. Η ατμόσφαιρα του λιμανιού επιβιώνει στα στενά γυρω από τη Sotomayor, όπου βρίσκει κανείς ημιυπόγεια σκοτεινά μπαρ και κουτούκια σαν το J. Cruz, στα οποία μπορείς να απολαύσεις πέβερε (μια καυτερή σάλτσα με ντομάτα, σκόρδο και κόλλιανδρο), τσοριγιάνα, το φαγητό του ναυτικού και του φτωχου: κρέας με αυγά, τηγανητές πατάτες και κρεμμύδια, πίνοντας μπύρα Austral ή μποργκόνια τη χιλιανή σανγκρία με τις φράουλες.

img_20161030_190804

Valparaiso

Μέρος της λάμψης του Βαλπαραϊσο έχει οικειοποιηθεί η κοντινή Viña del Mar, μια πολύ μικρότερη επίσης παραθάλάσσια πόλη, γεμάτη ακριβά ξενοδοχεία, καζίνο και χλιδάτα εστιατόρια, θέρετρο πλουσίων. Που όμως δεν έχει να προσφέρει τίποτα περισσότερο από επίδειξη πλούτου και αισθητική καζίνο. Και την εντυπωσιακή παραλία στον Ειρηνικό, που και μόνο σαν αίσθηση είναι επιβλητική.

img_20161031_002938

Valparaiso

img_20161031_114626

Valparaiso

img_20161031_175259

Vina del Mar

Στη Χιλή όμως δεν βρίσκεις μόνο πόλεις, πολιτικές ίντριγκες και βασανισμένη ιστορία. Η χώρα διαθέτει μια εξαιρετικά πολυποίκιλη και εντυπωσιακή φύση. Στο Βορρά εκτείνεται η έρημος της Ατακάμα, μια από τις μεγαλύτερες ερήμους στον κόσμο, και σίγουρα η πιο ξηρή, την οποία η Χιλή μοιράζεται με το Περού και τη Βολιβία. Η Ατακάμα είναι ένα μοναδικό μέρος, μια έρημος σε υψόμετρο από 2500 ως 5500 μέτρα, με απίστευτα πλούσιο υπέδαφος, πετρώδες και αργιλώδες έδαφος, πάρα πολλά ηφαίστεια, ποικίλα γεωλογικά φαινόμενα και ενδιαφέρουσα πανίδα. Κάτω από τη σκονισμένη επιφάνεια, βρίσκονται κοιτάσματα σιδήρου, χαλκού, αργύρου και θειούχα μέταλλα -σε τέτοια αφθονία ώστε εξοργίζεσαι που σε έναν τόσο πλούσιο τόπο, οι άνθρωποι ζουν τόσο στερημένοι.

dscf8053

Atacama, Valle de la Muerte

Οι εικόνες είναι απλά εντυπωσιακές και δεν αποτυπώνονται σε καμία φωτογραφία επαρκώς. Το απόκοσμο τοπίο της Valle de la Muerte, η απέραντη πορτοκαλοκίτρινη σεληνιακή μονοτονία της Valle de la Luna, οι απότομοι κόκκινοι γκρεμοί της Piedra del Coyote, οι γαλάζιες περίεργες αλατολίμνες των Salar, στις οποίες επιπλέεις χωρίς προσπάθεια, οι ατμοί των γκέυζερ που αναβλύζουν από το έδαφος στο παγωμένο υψόμετρο του Ei Tatio, το ηλιοβασίλεμα που χρωματίζει τις Άνδεις λιλά και ροζ. Η σκληρότητα και επιβλητικότητα της άγριας φύσης που κάνουν τον άνθρωπο να νιώθει εκμηδενισμένος, όσο και απίστευτα τυχερός που βρίσκεται εκεί.

dscf8094

San Pedro, Atacama

Για την επίσκεψη στο νοτιοανατολικό κομμάτι της Ατακάμα, καλό σημείο εκκίνησης είναι το San Pedro, ένα μικροσκοπικό χωριό, του οποίου οι κάτοικοι είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία ιθαγενείς Αϋμάρα και Λικαναντάι -όσοι τελοσπάντων έχουν καταφέρει να επιβιώσουν. Οι ντόπιοι ζουν από τον τουρισμό και την κτηνοτροφία σε συνθήκες αρκετά δύσκολες, όχι μόνο εξαιτίας των σκληρών καιρικών συνθηκών και του τοπίου τους, αλλά και επειδή όλες οι (αποικιοκρατο-κεντρικές) κυβερνήσεις της χώρας τους έχουν από ξεχασμένους, ως επίτηδες παραμελημένους. Οι ιθαγενείς στη Λατινική Αμερική, σε όλες τις χώρες, είναι πάντα ο τελευταίος τροχός της αμάξης, βρίσκονται στο πιο τελευταίο σκαλί της κοινωνικής κλίμακας -εκτός από την Αργεντινή, όπου είναι σχεδόν ανύπαρκτοι.

dscf8172

Atacama

Παρ’όλα αυτα, οι πληθυσμοί αυτοί έχουν πολύ πλούσια ιστορία, όπως αποκαλύπτουν οι ανασκαφές στην έρημο. Το πολύ ξηρό κλίμα της περιοχής έχει ευνοήσει τη διατήρηση των αρχαιοτήτων, όπως ευνοεί και το έργο των αστρονόμων. Η ελάχιστη φωτορρύπανση και ο ανέφελος ουρανός προσφέρουν ιδανικές συνθήκες για την παρατήρηση των ουράνιων σωμάτων. Ο νυχτερινός ουρανός στην Ατακάμα είναι ο πιο εντυπωσιακός και φωτεινός ουρανός που μπορεί να δει κανείς στον πλανήτη μας.

dscf8301

El Tatio geysers, Atacama

img_9171

Amfiteatro, Atacama

Το ξηρό κλίμα της ερήμου βέβαια έχει ευνοήσει και τη διατήρηση των υπολειμμάτων των νεκρών που παρήγαγε σε αφθονία το καθεστώς του Πινοσέτ. Όπως αποκαλύφθηκε σχεδόν τυχαία, οι χουντικοί αξιοποίησαν τόσο την έρημο όσο και τα εγκαταλελειμμένα ορυχεία της Ατακάμα για να εξαφανίσουν εκεί τα πειστήρια των εγκλημάτων που διέπρατταν στα μπουντρούμια τους. Στην έρημο θα δει κανείς συχνά θλιβερές ομάδες, κυρίως γυναικών, που αναζητούν μέσα στην αργιλώδη απεραντοσύνη τα κόκκαλα των desaparecidos αγαπημένων τους.

img_20161103_081416

Γλάροι των Άνδεων, Atacama

img_9237

La piedra del Coyote, Atacama

img_20161103_072701

El Tatio geysers, Atacama

img_9595

Tebenquiche, Atacama

img_9248

La piedra del Coyote, Atacama

Όλα αυτά τα βρίσκει κανείς σε μια απόσταση που καλύπτεται με πτήση δύο ωρών από το Σαντιάγο προς το Βορρά. Αν πάρει την αντίθετη κατεύθυνση και πετάξει για περίπου τέσσερις ώρες, βρίσκεται σε ένα άλλο θαύμα της φύσης: την Παταγωνία. Η Παταγωνία ονομάστηκε έτσι από τους Ισπανούς κονκισταδόρες, που νόμισαν πως βρήκαν εκεί “τέρατα με μεγάλα πόδια” (Los Patagones). Τα “τέρατα” αυτά ήταν μάλλον οι ιθαγενείς, που για αιώνες ζούσαν αρμονικά με τα δυσβατα βουνά και την άγρια θάλασσα της περιοχής.

dscf8510

Torres del Paine, Patagonia

Το Punta Arenas είναι η νοτιότερη πόλη της Χιλής και πρωτεύουσα της περιοχής Magallanes y Antarctica Chilena. Είναι μια μικρή πόλη χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αν εξαιρέσεις το γεγονός οτι βρίσκεται μέσα στον πορθμό του Μαγγελάνου και ότι από εκεί φεύγουν πλοιάρια για να μεταφέρουν τους επισκέπτες στην Isla Magdalena, όπου κατασκηνώνουν πιγκουίνοι το καλοκαίρι, όταν μεταναστεύουν από την Ανταρκτική.

dscf8486

Guanacos, Torres del Paine, Patagonia

Η Παταγωνία είναι γεμάτη εθνικά πάρκα, ένα από τα πιο όμορφα και εντυπωσιακά είναι το Torres del Paine, ένας εθνικός δρυμός γεμάτος λίμνες, στο κέντρο του οποίου βρίσκονται τρεις πετρώδεις ορεινοί όγκοι, οι Torres (πύργοι), επιβλητικά βουνά και μερικοί παγετώνες. Εκεί ζουν διάφορα ενδιαφέροντα είδη, όπως τα guanaco (τα αρκτικά ξαδερφάκια των λάμα), οι μονογαμικές χήνες του Μαγγελάνου, αλεπούδες, άλογα, και πολλά είδη χλωρίδας της τούνδρας. Το τοπίο είναι εξίσου επιβλητικό με την Ατακάμα, αλλά προφανώς εντελώς διαφορετικό.

dscf8511

Lago Azul, Torres del Paine, Patagonia

Εκεί, ζούσαν κάποτε και οι Σελκναμ, ένας άλλος ιθαγενής λαός που εξολοθρεύτηκε από τους ευρωπαίους αποίκους, με την ανοχή της επίσημης κυβέρνησης της Χιλής στο τέλος του 19ου αιώνα. Εξολοθρεύτηκαν κυριολεκτικά οι ειρηνικοί Σέλκμαν, όπως και οι Καγουέσκαρ, από Γερμανούς, Γάλλους, Άγγλους, Ολλανδούς και Κροάτες εποίκους, στους οποίους η χιλιανή κυβέρνηση παραχώρησε τις γαίες που ανήκαν στους ιθαγενείς, χωρίς φυσικά ποτέ να τους ρωτήσει. Σήμερα απομένουν μονάχα 20 (είκοσι) Σέλκναμ και Καγουέσκαρ (εδώ για την τελευταία Σέλκναμ που έζησε με τον παραδοσιακό τρόπο), αφού προηγουμένως εκτοπίστηκαν πιο νότια και σφαγιάστηκαν ή μολύνθηκαν απο τις ευρωπαϊκές ασθένειες που έφεραν οι άποικοι και οι καθολικοί ιεραπόστολοι.

dscf8514

Torres del Paine, Patagonia

hdr

Lago Gray, Torres del Paine, Patagonia

img_20161109_161311

Παγετώνας, Lago Gray, Torres del Paine, Patagonia

Η ιστορία των ιθαγενών λαών είναι συνυφασμένη με την ιστορία της Χιλής. Αποτελούν κι αυτοί μια ακόμα κατηγορία desaparecidos, από τις πολλές που μετράει η βίαιη ιστορία της χώρας, αλλά γι’αυτούς μέχρι πολύ πρόσφατα δεν μιλούσε κανείς ποτέ, ήταν σα να μην υπήρξαν καν. Ο πρώτος που ασχολήθηκε μαζί τους και θέλησε να αποκαταστήσει την πολύχρονη αδικία, ήταν ο Σαλβαδόρ Αλλιέντε, που προσπάθησε να τους επιστρέψει τις εκτάσεις τους, βρίσκοντας τρομακτική αντίσταση φυσικά από τους ευρωπαϊκής καταγωγής γαιοκτήμονες. Τα τελευταία χρόνια, τώρα που πλέον η συζήτηση για το παρελθόν ανοίγει, οι Χιλιανοί ανακάλυψαν ξαφνικά την τέχνη και τον πολιτισμό των ιθαγενών. Τα αγαλαματάκια και άλλα καλλιτεχνήματα των ιθαγενών κοσμούν τα σπίτια των Χιλιανών πια, ενώ και τα ρούχα τους έχουν έρθει στη μόδα, αλλά οι ίδιοι πλέον είναι ελάχιστοι, και βρίσκονται στα κατώτερα, πιο παραμελημένα και εκμεταλλευόμενα κοινωνικά στρώματα.

img_9681

Casa – Museo Pablo Neruda, Isla Negra

Για τους ιθαγενείς μίλησε επίσης πολύ και ένας άλλος σπουδαίος Χιλιανός, καταγόμενος και αυτός απο την Παταγωνία: ο Πάμπλο Νερούδα. Ο ποιητής που ύμνησε τον έρωτα, τη δικαιοσύνη, την ομορφιά, τη φύση και τον άνθρωπο, ενδιαφέρθηκε για τους ιθαγενείς λαούς, τους αγάπησε, τους ένιωσε σαν ένα κομμάτι της χιλιάνικης ταυτότητάς του. Όπως ένιωσε και τη θάλασσα, τον επιβλητικό ωκεανό, που για τους ιθαγενείς είναι κομμάτι της ζωής και του πολιτισμού τους, ενώ οι άποικοι του είχαν γυρίσει την πλάτη, μάλλον από φόβο.
Ο Νερούδα στρατεύτηκε στο κομμουνιστικό κίνημα, πολέμησε στον ισπανικό εμφύλιο και σημαδεύτηκε ανεξίτηλα από τη δολοφονία του φίλου του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα από τους φρανκιστές. Στάθηκε δίπλα στον Αλλιέντε, μάλιστα του παραχώρησε τη θέση του υποψηφίου προέδρου του σοσιαλιστικού κόμματος που είχε πρώτα προταθεί στον ποιητή. Ο ίδιος υπηρέτησε την κυβέρνηση Αλλιέντε ως Πρέσβης της χώρας στη Γαλλία. Ο Νερούδα πέθανε 13 μέρες μέτα το πραξικόπημα, νικημένος από τον καρκίνο, και η κηδεία του αποτέλεσε την πρώτη μαζική δημόσια αντίδραση στη Χούντα του Πινοσέτ και μετατραπηκε σε μεγάλη διαδήλωση.
Σήμερα, είναι επισκέψιμα τα τρία σπίτια του, η Τσασκόνα στο Σαντιάγο, η Σεμπαστιάνα στο Βαλπαραϊσο και το σπίτι της Ίσλα Νέγρα, που δεσπόζει μπροστά στη θάλασσα, την οποία επίσης αγαπούσε πολύ ο Νερούδα. Την επομένη του πραξικοπήματος, οι στρατιωτικοί εισέβαλαν στο σπίτι του στο Σαντιάγο και έσπειραν την καταστροφή, παρά τις διαμαρτυρίες της Ματίλντε Ουρούτια, συζύγου του Νερούδα, η οποία τους εκλιπαρούσε να πάρουν ό,τι ήθελαν, αλλά να μην καταστρέψουν. Μετά το θάνατο του ποιητή, η Ματίλντε ξαναέφτιαξε το σπίτι, και αφιερώθηκε στον αγώνα κατά της Χούντας και υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η Ματίλντε πέθανε πριν το τέλος της Χούντας, το 1986. Μετά το τέλος της Χούντας, οι σοροί και των δύο μεταφέρθηκαν στην Ίσλα Νέγρα, καθώς ο Νερούδα επιθυμούσε να ταφεί “κοντά στη θάλασσα που γνώριζε”. Τα σπίτια του Νερούδα είναι γεμάτα από το θαλασσινό στοιχείο, από τις διάφορες συλλογές του, από βιβλία και δεκάδες αντικείμενα που ο ποιητής μάζευε στα ταξίδια του ή που έφτιαχναν γι’αυτόν καλλιτέχνες φίλοι του. Η Ίσλα Νέγρα όμως ξεχωρίζει για το άγριο φυσικό τοπίο που την περιβάλλει, για τη θάλασσα που βουίζει μπροστά της.
Σήμερα και τα τρία έχουν αποκατασταθεί, είναι επισκέψιμα και λειτουργούν σαν μουσεία και πολιτιστικά κέντρα.

img_20161105_165333

Casa – Museo Pablo Neruda, Isla Negra

Η Χιλή είναι μια γοητευτική χώρα, για τη φυσική της ομορφιά, το χρωματιστό αστικό της τοπίο, το νόστιμο φαγητό της, τα υπέροχα κρασιά της, τη θάλασσά της και κυρίως για τους γλυκύτατους, χαμογελαστούς, πολύ φιλόξενους ανθρώπους της. Είναι όμως και μια χώρα με σκληρή και βασανισμένη ιστορία, γεμάτη βία, αντιθέσεις, αδικίες και καταστροφή. Ίσως γι’αυτό διαθέτει και τόσο πλούσια μουσική, ποίηση, λογοτεχνία, καλλιτεχνική έκφραση.
Οι πληγές της Χούντας που εφάρμοσε το πιο πετυχημένο πείραμα της Σχολής του Σικάγο, είναι ακόμα ανοιχτές και εμφανείς. Οι όμορφες πόλεις της περιβάλλονται από παραγκουπόλεις που διακρίνονται εύκολα στα πλάγια των αυτοκινητόδρομων που οδηγούν έξω από το Σαντιάγο, αλλά και στα κομμάτια του Βαλπαραϊσο όπου δεν θα πάει ο τουρίστας. Οι άνθρωποι που ζουν στις παραγκουπόλεις είναι οι φτωχοί εργάτες που βλέπεις στο κέντρο των πόλεων. Εκεί που βλέπεις και τους άστεγους. Οι άνθρωποι αυτοί έχουν συνήθως τα χαρακτηριστικά των εναπομείναντων ιθαγενών. Και είναι καταδικασμένοι να παραμείνουν σε αυτή την κατώτερη τάξη, αφού η ακριβή ιδιωτική εκπαίδευση και υγεία δεν είναι προσβάσιμες γι’αυτούς. Οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν αγγλικά, γαλλικά ή γερμανικά επίθετα. Μόνο ισπανικά, και συγκεκριμένα ισπανικά. Οι πόρτες για μια καλύτερη δουλειά είναι κλειστές γι’αυτούς, εξαιτίας του επιθέτου και της διεύθυνσής τους, της συνοικίας Στην οποία ζουν.

img_20161111_194858

Santiago

Το παρόν της Χιλής είναι το μέλλον που δεν θέλουμε, το παράδειγμα που πρέπει να αποφύγουμε, το αποτέλεσμα του πειράματος που πρέπει να καταφέρουμε να αποτύχει.
Στην όμορφη αυτή χώρα, πριν από δυο χρόνια κυβερνούσε το κόμμα των Πινοσετικών (κυβέρνηση Πινιέρα), η κόρη του Πινοσέτ είναι δημοτική σύμβουλος σε έναν (αριστοκρατικό) δήμο του Σαντιάγο και το κόμμα της έχει πάρει έναν ακόμα δήμο (πλουσίων).
Στην όμορφη Χιλή, όμως, ζουν άνθρωποι που επιτέλους άρχισαν να μιλάνε γι’αυτές τις πληγές του παρελθόντος, για τους ταξικούς διαχωρισμους που βιώνουν στο πετσί τους, για τους εξαφανισμένους τους που τρώει η θάλασσα και η έρημος, για τους προγόνους τους που δεν υπήρχαν σε κανένα βιβλίο μέχρι πρόσφατα.
Να τον θυμόμαστε κείνο το σκόπο που λέγανε οι Χιλιάνοι. Μιλάει και για μας, έχουμε πολλά να μάθουμε από αυτόν.

===============================

Φιλμογραφία

  1. Nostalgia de la luz, η νοσταλγία του φωτός, του Πατρίσιο Γκούσμαν: μια ταινία για την απόσταση ανάμεσα στη γη και τον ουρανό, ανάμεσα στο φως και στο σύμπαν και για τους ανθρώπους και τις περίεργες διαδρομές τους. Στη Χιλή, στην Ατακάμα, στα τρεις χιλιάδες μέτρα υψόμετρο, αστρονόμοι από όλο τον κόσμο μελετούν τα αστέρια, γιατί εκεί η διάγεια του ουρανού επιτρέπει να δεις μέχρι την άκρη του σύμπαντος. Κάτω στη γη, η ξηρότητα του εδάφους διατηρεί ανθρώπινα απομεινάρια για πάντα: μούμιες, εξερευνητές, τυχοδιώκτες, ιθαγενείς, μεταλλορύχους, αλλά και πολιτικούς κρατούμενους της δικτατορίας. Ενώ οι αστρονόμοι ψάχνουν για άλλες μορφές ζωής, σε άλλους πλανήτες, μια ομάδα γυναικών αναποδογυρίζει τις πέτρες, ψάχνοντας τους οικείους τους.
    Η ταινία εδώ.
  2. El Botón de nácar, το μαργαριταρένιο κουμπί, του Πατρίσιο Γκούσμαν: μια ταινία για το νερό, το υγρό στοιχείο και τις μνήμες που κρατά ο ωκεανός. Η θάλασσα που φυλάσσει τις φωνές τις γης και όσες έρχονται από το υπερπέραν. Το νερό που παίρνει ενέργεια από τα αστέρια και τη μεταφέρει στους ζωντανούς οργανισμούς. Το υγρό στοιχείο είναι το μεγαλύτερο σύνορο της Χιλής, και κρατά μέσα του το μυστικό δυο περίεργων κουμπιών που βρέθηκαν στον πάτο του ωκεανού. Η Χιλή με τα 2670 μίλια ακτογραμμής και το μεγαλύτερο αρχιπέλαγος στον κόσμο, διαθέτει ένα υπερφυσικό τοπίο: ηφαίστεια, βουνά και παγετώνες, αλλά και οι φωνές των ιθαγενών της Παταγωνίας, αυτές των πρώτων Άγγλων ναυτικών και εκείνες των πολιτικών κραοτυμένων. Κάποιοι λένε πως το νερό έχει μνήμη. Η ταινία δείχνει πως έχει και φωνή.
    Μικρό απόσπασμα εδώ.
  3. Vengo volviendo, μια ανεξάρτητη παραγωγή από το Εκουαδόρ, αποτέλεσμα της συνεργασίας ερασιτεχνών ηθοποιών, τεχνικών και λοιπών συντελεστών: η συνάντηση και το ταξίδι ενός νέου που θέλει να φύγει από το χωριό του και μιας φίλης του που είχε μεταναστεύσει και επιστρέφει. Και μέσα από τη διαδρομή τους, τα ήθη, οι μύθοι, οι δεισιδαιμονίες και οι συνήθειες των ανθρώπων του Εκουαδόρ.
    Εδώ το τρέηλερ.
  4. No!: Η ήδη πολυ γνωστή ταινία του Pablo Larraìn, για το δημοψήφισμα που οδήγησε στη μετάβαση απο τον Πινοσέτ στη δημοκρατία. Το πολυ ενδιαφέρον στοιχείο είναι πως ο Larraìn προέρχεται απο μια οικογένεια, της οποίας τα μισά μέλη είναι πινοσετικοί και μέλη του συντηρητικού κόμματος που είχε ιδρύσει ο δικτάτορας (οι γονείς του και ο ένας του αδερφός). Αντίθετα, οι παππούδες του είχαν στηρίξει τον Αλλιέντε, ενώ ο άλλος του αδερφός είναι ο παραγωγός των ταινιών του. Συνέντευξη του Larraìn, με αφορμή την ταινία του El Club εδώ. Στην ταινία αυτή μιλά για την υπόθεση σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων απο ανώτερους κληρικούς της χιλιανής καθολικής εκκλησίας.

tribute στα χρόνια της αθωότητας ~ εξ αφορμής

Αστυπάλαια, 13 Αυγούστου 2016, φώτο της Κίκας

Αστυπάλαια, 13 Αυγούστου 2016, φώτο της Κίκας

Ο φίλος μου ο Silent πήγε στην Κοπεγχάγη και στο Όσλο και ανέβασε φωτογραφίες συνοδεία Χατζηδάκι και Κούντερα.

Σήμερα το πρωί άκουγα αυτό -πόσο σύμπτωση μπορεί να είναι το γεγονός ότι ο Silent κι εγώ πάθαμε κόλλημα με το λιμάνι της Κοπεγχάγης κι ότι σκεφτόμασταν Χατζηδάκι την ίδια μέρα;

Η φίλη μου η Θεωρέμα πριν από λίγες μέρες έγραψε αυτό κι εγώ ένιωσα να φουσκώνω από συγκίνηση, τρυφερότητα και ταύτιση. Ένιωσα κάτι γνώριμο από παλιά.

Γιατί όλα αυτά αναβίωσαν για λίγο τη μαγεία της εποχής εκείνης που θα αποκαλούσα «τα χρόνια της αθωότητας του ίντερνετ«, τότε που παθαίναμε ενθουσιασμό, εντυπωσιασμό και μεγάλη χαρά, ανακαλύπτοντας ο ένας τον άλλο και νιώθαμε πως είμαστε αδερφές ψυχές παρά τα χιλιόμετρα που μας χώριζαν, τότε που τα πίξελ εξαφάνιζαν τις αποστάσεις και λειτουργούσαν σαν διαβιβαστές συναισθημάτων, ντοπαμίνης και ωκυτοκίνης.

Τα χρόνια της αθωότητας μπορεί να τέλειωσαν, αλλά μας έμειναν οι φίλοι, η τρυφερότητα, τα πιο σπάνια [αλλά πιο ουσιαστικά] μηνύματα, σε μπουκάλι ή σε πι εμ, ντι εμ, γουοτέβερ εμ και τα ανταμώματα.

Μας έμεινε επίσης αυτό που κάθεται και παραμένει, καθώς διαλύεται ο κουρνιαχτός. Κι η χαρά να ανακατεύουμε τους φίλους από το ίντερνετ με τους φίλους από το real life, τους φίλους από την Αθήνα ή την Κρήτη με τους φίλους από το Βρυξελλάκι  ❤ (όπως πλέον ξαναβαφτίστηκε το Βρυξελλοχώρι) και να βγαίνει μια σαλάτα σχεδόν εφάμιλλη σε γεύση με τη χωριάτικη (για την οποία κάποτε θα γράψω μια ωδή, τό’χω υποσχεθεί στον εαυτό μου).

Μας έμεινε η δημιουργικότητα και τα μάτια που λάμπουν στο άκουσμα μιας νέας ιδέας, μιας βόλτας, ενός ταξιδιού, μιας συναυλίας. Μπορεί να κάναμε μια μικρή στάση, μια ανάπαυλα στο πιτ στοπ ίσως, αλλά κάτι μέσα μου μού λέει καθαρά πως δεν είμαστε καν στα μισά της διαδρομής. Μας περιμένουν ακόμα πολλά ντάηνερς, βενζινάδικα, λίμνες και χιόνια να διαβούμε. Πολλές πορείες να περπατήσουμε.

Εμείς που κλείνουμε εισιτήρια για πλάκα, άσχετα αν υπάρχουν φράγκα, για να’ρθουν οι φίλοι να μας δουν. Εμείς που παίρνουμε χαρά απλά και μόνο ξεφυλλίζοντας το skyscanner και το lonely planet. Που τελικά η ουσία της ζωής για μας είναι η χαρά της ανακάλυψης, καθετί καινούριο, θες τραγούδι, θες εικόνα, θες σκέψη, θες συναίσθημα, θες πιώμα.

Εμείς, μλκ, που γελάμε στις κηδείες. Γελάμε κλαίγοντας. Βασικά γελάμε και δεν κρατάμε κακίες. Απλά, όταν χρειάζεται, κάνουμε ένα ωραίο ξεκαθάρισμα -και πάλι φίλοι όμως και καλή καρδιά.

Δέκα χρόνια κιόλας. Άκου να δεις Silent, τις προάλλες ρε συ είδα το Δύτη στο Βρυξελλοχώρι, πόσο γαμάτο ε; Και με πιάσανε τα γέλια όταν είδα το μέηλ του, γιατί μου πήρε περίπου τριάντα δευτερόλεπτα να θυμηθώ πώς τον λένε στην πραγματικότητα (και για το επίθετο δεν είμαι σίγουρη, αλλά ποιος νοιάζεται), αλλά δεν ξεχνώ εκείνη τη βόλτα στη θάλασσα έξω από τα Χανιά (πάνε τρία χρόνια; τέσσερα; ίσως πέντε) που μετά το φαγητό και τις ρακές, εσύ κι αυτός φτιάχνατε καστράκια και ζωγραφίζατε σχέδια στην άμμο, όσο πιο μακριά από το κύμα γινόταν. Ήταν σούρουπο. Παίζει να ήμασταν κοντά στη Σούδα. Ήταν ωραία. Είχαμε γελάσει, είχαμε σίγουρα μιλήσει πολιτικά, κι είχαμε επίσης κουτσομπολέψει. Ούτε και θυμάμαι τι, θυμάμαι όμως τη γλυκιά αίσθηση του σούρουπου και τα κάστρα στην άμμο.

Μου βγαίνουν κι άλλα τέτοια συναισθηματικά, όπως να σου πω Silent, ότι είσαι ένας βασικός λόγος που αγάπησα την Κρήτη -εσύ και κάνας δυο άλλοι που θα τους το πω από κοντά κάποια στιγμή σύντομα. Σκέφτομαι το φίλο μας το Βιβλιοθηκάριο που στεναχωριέται που αργοπεθαίνουν τα blogs (πες πέθαναν ήδη καλύτερα). Είναι που τα blogs είναι μικρομάγαζα, και ξέρεις στην εποχή της κρίσης που ζούμε, τα μικρομάγαζα πεθαίνουν, τα παίρνουν αμπάριζα τα malls, δηλαδή το fb και κάτι άλλοι τέτοιοι κολοσσοί. Ο κόσμος προτιμάει σούπερ μάρκετ, γρήγορη, εύκολη και πλαστική κατανάλωση, τα πάντα όλα σ’ενα σκρολ ντάουν, τα μικρομάγαζα του πέφτουνε βαριά του κόσμου, πού να κάθεσαι να σκέφτεσαι τώρα; Και πέφτουμε κι εμείς οι ίδιοι στη λούμπα.

Έπαθα κι εγώ γκρίνια Βιβλιοθηκάριου, μαλακία λέω, είμαι γω γκρινιάρα; (μη γελάς, σε βλέπω). Σκέφτομαι αλλιώς εγώ, πως αν κάτι πεθαίνει, καλώς πεθαίνει, μάλλον δεν έχει άλλο να δώσει, οπότε καλώς έδωσε όσα έδωσε και μπάστα κι η ζωή αλλάζει δίχως να κοιτάζει τη δικιά σου μελαγχολία. Ας μεγαλουργήσει για λίγο το σούπερ μάρκετ, δεν πειράζει, ας κάνει την αρπαχτή του. Μετά, όταν η φούσκα θα σκάσει, θα μείνουν μόνο αυτά τα λίγα που αξίζουν, που αντέχουν στο χρόνο. Αυτός εδώ ο φανταστικός τύπος πχ.

Κοιτάζω μπροστά και βλέπω δρόμους να φεύγουν, καράβια και ράγες τρένων να πηγαίνουν μακριά, λευκά πανιά στον ορίζοντα, και κύματα, πολλά κύματα. Βλέπω μουσικές στη διαπασών μέσα σε ένα παλιό αμάξι που με το ζόρι πιανει τα 60. Βλέπω κι ένα νοικιασμένο που τραγουδάει φάλτσα «μενεξέδες και ζουμπούλια και θαλασσινά πουλιά».

Αυτά τα θαλασσινά πουλιά που δεν στέκονται, που κυλούν σε γαλάζιους ουρανούς και σύννεφα, αυτά τα ερωτεύτηκα αθεράπευτα και για πάντα. Με αυτά τα θαλασσινά πουλιά θέλω να πιω κονιάκ ένα κρύο βράδυ στο Archiduc στο Βρυξελλάκι <3, να φάω βρώμικο μαζί τους σε ένα ντάηνερ κάπου στο Ιλλινόις, να προσπαθώ μαζί τους να καταλάβω τι γράφει μια πινακίδα με κυριλλικούς χαρακτήρες στο Νοβοσιμπίρσκ.

Τους χρωστάω ευγνωμοσύνη, εγώ προσωπικά, για μέρες σαν τη σημερινή που έχω όρεξη να κάνω πλάνα και που όλα βγάζουν νόημα. Μαζί μπορούμε να ξύσουμε την επιφάνεια και βάλουμε περιεχόμενο σε λέξεις όπως μοναξιά, απόγνωση, θλίψη. Να αποκτήσουν οι λέξεις πραγματικές διαστάσεις. Και μόλις ολοκληρώσουμε το έργο της απόδοσης περιεχομένου, να τις κατεδαφίσουμε, κι αυτές και το περιεχόμενό τους. Και με τα συντρίμια να φτιάξουμε εισιτήρια, τρένα και καράβια, να μπούμε μέσα και να γίνουμε Πήτερ Παν και Τίνκερμπελ. Να χαθούμε στον ορίζοντα χορεύοντας Clash και Pulp -ενώ στο μυαλό μας θα γυρίζουν τελικά για πάντα τα 9/8 κάποιου Μάρκου.

με αφορμή τους Όρνιθες

Ετικέτες

, , ,

Η αφορμή για όλα αυτά ήταν η παράσταση των Ορνίθων στην Επίδαυρο χτες. Στην οποία δεν μπόρεσα να πάω, δυστυχώς. Έψαξα όμως να βρω την παράσταση του Θεάτρου Τέχνης και, για μια ακόμα φορά, επιβεβαίωσα πως το διαδίκτυο είναι απέραντη θάλασσα με πολλά σκουπίδια, αλλά ευτυχώς και αρκετά διαμάντια. Όποιος ψάχνει λοιπόν, βρίσκει:

Πρόκειται για την παράσταση που κατέβηκε κακήν κακώς το 1959, επί υπουργείας Τσάτσου, έχοντας προκαλέσει σκάνδαλο – και ανέβηκε ξανά το 1962, για να δικαιωθεί εν τέλει το 1975, όταν γέμισε την Επίδαυρο ασφυκτικά.

Το Θέατρο Τέχνης την ανέβασε ξανά το 1987 στο Ηρώδειο, μάλλον με αφορμή το θάνατο του Κουν -και αυτή είναι μια από τις πιο έντονες παιδικές μου αναμνήσεις, όταν έπιανα ελάχιστα πράγματα, αλλά είχα μείνει με το στόμα ανοιχτό από τα κοστούμια και τη μουσική (τόσα καταλαβαίνεις στα 10 σου χρόνια 🙂 ).

Η αναζήτηση αυτή, από κλικ σε κλικ, οδήγησε αναπόφευκτα στο να μετατραπεί η 21η Αυγούστου σε ημέρα Μάνου Χατζηδάκι και αναπόλησης των παιδικών μου χρόνων.

«Να περιφρονώ τις συνήθειες των πολλών, τη λογική του κράτους και την ‹ηθική› των συγγενών μου. Να αγαπώ με πάθος τους κυνηγημένους, τους ανορθόδοξους και τους αναθεωρητές.»

«Οι συνήθειες και οι ανάγκες μας αλλάζουν. Η ευαισθησία μας παραμένει και συνεχίζεται αναλλοίωτη μέσα στους καιρούς. Κι αυτήν καλείται η Τέχνη να εκπροσωπήσει καταγράφοντάς την, σε πείσμα των γεγονότων και της παντοδυναμίας των λεγόμενων «ιστορικών στιγμών».»

Τα λόγια αλιεύτηκαν εδώ.

Hatzidakis-Orni8es-Koun

Αναζητώντας απεγνωσμένα το αφιέρωμα του radiobubble στο Χατζηδάκι, από τις 16 Μαρτίου 2009 -το οποίο δυστυχώς δεν βρήκα, πάσα προσφορά δεκτή – έπεσα πάνω σε αυτή την επιστολή του Χατζηδάκι στον Κουν. Πέρα από την ποιότητα των ανθρώπων αυτών, εννοώ την καλλιτεχνική ποιότητα και το δημιουργικό μεγαλείο, διακρίνεις και την ουσία τους ως ανθρώπων, αλλά και την αγάπη που τους συνδέει, όσο και την αγάπη για τη δημιουργία και την τέχνη. Κι όταν αγαπάς, μόνο αλήθειες μπορείς να φτιάχνεις. 

Κλικ μετά από κλικ, ανάμνηση μετά από ανάμνηση, έψαξα και αυτό το εκπληκτικό κείμενο, και με θλίψη διαπίστωσα ότι έχει εκτεθεί σε κάθε λογής ιστοσελίδες. Εικάζω πως, αν ο Χατζηδάκις ήταν ακόμα εν ζωή, θα είχε απαγορεύσει στη μέγιστη πλειονότητα αυτών να εκθέτουν τα λόγια του. Δεν τολμώ να μαντέψω σε ποιες θα το επέτρεπε, αλλά με ασφάλεια μπορώ να υποθέσω σε ποιες θα το απαγόρευε. Δεν τολμώ να οικειοποιηθώ αυτή την προσωπικότητα -κι όσοι το τολμούν, δείχνουν απλά τη μικρότητά τους.
Ξυπνάει ο ελιτισμός μου και η αποστροφή για όλον αυτό τον αχταρμά που ζούμε. Και σκέφτομαι πόσο καλύτερα ήταν πριν από 20-25 χρόνια, τότε που οι διαχωριστικές γραμμές ήταν σαφείς, τότε που «εμείς» κι «αυτοί» ήμασταν με καθαρότητα τοποθετημένοι ένθεν κακείθεν.

Το κείμενο αυτό εκφωνήθηκε για πρώτη φορά στο Τρίτο, το 1978. Τριάντα οκτώ χρόνια πριν. Και το τελευταίο σημείο στίξης του είναι ακόμα επίκαιρο. Όσο και παρεξηγήσιμο όμως, σε αυτές τις μέρες της ευκολίας, της κενότητας, της πανταχόθεν Αυριανής.

Καληνύχτα Κεμάλ.
Μισώ του κόσμου τη βία κι απονιά.

 

****

Το κειμενάκι ξεκίνησε από δυο ποστ στο φβ. Σε μια προσπάθεια να μη χαθούν οι πληροφορίες στο φβ-χάος, προέκυψε αυτό το ποστ.

Καρτ-ποστάλ για το βιβλιοθηκαριο – μήνυμα σε μπουκάλι, ακόμα μια φορά 

Αγαπημενε μου Βιβλιοθηκαριε

Σήμερα φεύγω από την Ελλάδα και λυπηθηκα που δεν καταφέραμε να τα πούμε από κοντά. Σκέφτομαι, δεν πειράζει, όταν ξαναρθω, που μπορεί να’ναι σε πέντε μήνες, μπορεί και πιο νωρίς, δεν ξέρω, η ζωή είναι απρόβλεπτη, γεμάτη εκπλήξεις. 

Αυτό το «όταν ξαναρθω» βέβαια, είναι ασαφες και αφηρημενο, το ξέρω. Ξερω ακόμα πως η δική μας φιλία είναι μια πραγματική απόδειξη πως οι ζωές των ανθρώπων τεμνονται και απομακρυνονται με ένα ρυθμό ακανόνιστο, όμως ο καθένας μας μπορεί να επαναφέρει την τροχιά του κοντά στην τροχιά του άλλου, εφόσον κι οι δυο το θέλουν. 

Είμαστε τόσο διαφορετικοί, αλλά μας διαπνεουν μερικές βασικές κοινές συντεταγμενες, συνεννοουμαστε μερικές φορές με μισή λέξη, δεν είναι συνηθισμένο αυτό και με κάνει να αναθαρρω, όταν εντοπιζω τέτοιες περιπτώσεις. 

Έχω πολύ κακή σχέση με το μεταφυσικό, είμαι αθεραπευτα ρεαλιστρια, ξέρεις, του «διαφωτισμου», που τόσο της μόδας είναι, με μια έννοια όμως που όσοι χρησιμοποιούν τη λέξη επειδή είναι του συρμου, μάλλον δεν καταλαβαίνουν : εννοώ πως αντιλαμβάνομαι, καταλαβαίνω και δέχομαι μόνο όσα είναι απτα και συγκεκριμένα. Θέλω να μου τα κάνουν ταληρα. 

Ξεφυγα όμως, ξανά. Δεν το’χω λοιπόν με τη μεταφυσική, πιστεύω πολύ στον άνθρωπο, στο μυαλό και το συναίσθημα και τη δημιουργία του. Και μάλλον εκεί είναι που τεμνονται οι τροχιες μας. 

Και σε κάτι άλλο. Είμαστε, θαρρώ, κι οι δυο, ρεαλιστες και ρομαντικοι, ταυτόχρονα. Περίεργη μίξη. Δεν πιστεύουμε σε θεούς και υπερφυσικες δυνάμεις, αλλά μπορούμε να συγκινηθουμε σε βαθμό μελοδραματισμου με τα θαύματα της φύσης και της ανθρώπινης δημιουργίας. Και με ένα βιβλίο, ένα τραγούδι, ένα στίχο, ένα χαμόγελο, την αφέλεια μιας παιδικής κουβεντας. 

Καλή ανταμωση, φίλε μου. Με περίπου δύο χιλιάδες χιλιόμετρα ανάμεσα μας, ας πιούμε στα όμορφα πράγματα που θα βρούμε μπροστά μας. 

Φιλιά στα κορίτσια και το αγόρι σου. 

Τα νησιά 

Σε κάποια νησιά πας μόνο μια φορά και τα ξεχνάς. Σε άλλα πας πολλές φορές, αλλά από συνήθεια, από σύμπτωση, από τύχη.

Κάποια άλλα νησιά τα ερωτευεσαι με την πρώτη ματιά και ξαναπας συστηματικά και κάθε φορά η αγάπη βαθαινει όλο και πιο πολύ.

Είναι και κάτι αλλά νησιά που πας μόνο μια φορά, μα δεν τα ξεχνάς ποτέ, σε χαραζουν ισόβια, ακόμα κι αν δεν ξαναπας ποτέ – κι είναι κρίμα.

Κι είναι και κάτι αλλά νησιά που την πρώτη φορά κάτι σου λένε, φεύγεις με ένα ερωτηματικό, το νιώθεις πως αφήνεις εκκρεμότητες, το ξέρεις πως θα τα ξαναπεις μαζί τους. Κι όταν επιστρέψεις, πιάνεις το νήμα από εκεί που το είχες αφήσει πριν κάποια χρόνια και νιώθεις οικεία αμέσως και είναι τόση ευτυχία που επιβεβαιωνεις ότι όντως, υπήρχαν όμορφες εκκρεμότητες.

Φέτος πήγα για δεύτερη φορά στην Αστυπαλαια, ήταν απόφαση της τελευταίας στιγμής και μετά από δισταγμο, ήταν η απάντηση σε ένα δίλημμα. Κι ήταν η σωστή απάντηση. Γιατί θα ξαναπάω. Γιατί δεν λυσαμε όλες μας τις εκκρεμότητες η Αστυπαλαια και εγώ.

Ενώ ήμασταν ακόμα στο προηγούμενο νησί, η αγαπημένη μου Α. μου είπε πως νιώθει ότι τα νησιά είναι άνθρωποι κι η θάλασσα ανάμεσα τους είναι τα συναισθήματα κι οι σχέσεις μεταξύ τους. Τώρα ξέρω πως έτσι είναι.

Το τελευταίο βράδυ μας, πριν από το επόμενο νησί, ήπιαμε «στην Αστυπαλαια».

Απόψε, το τελευταίο βράδυ στη  λατρεμένη Αθήνα, πίνω «στο επόμενο νησι». Που μπορεί να είναι κάποιο σαν την Αστυπαλαια.

Οι άνθρωποι είμαστε νησιά. Η θάλασσα μας ενώνει. Οι κλωστές που μας συνδέουν είναι κύματα αφρισμενα ή είναι οι ομοκεντροι κύκλοι που ρυτιδωνουν το νερό, όταν πέφτει ένα βότσαλο.

Μένουν ακόμα πολλά νησιά να ανακαλύψουμε. Αλλά μένουν ακόμα και μερικά όπου αφήσαμε πίσω μας εκκρεμότητες και ερωτηματικά.

Η ζωή εχει πολύ πλούσια φαντασία.