Ετικέτες

, , , ,

Την επομένη που προκυρήχθηκαν οι εκλογές, Μεγάλη Πέμπτη, 12 του Απρίλη (μου αρέσουν πάρα πολύ οι συμβολισμοί), διάβασα αυτό και κατόπιν έριξα στη χαβούζα του τουήτερ τα κάτωθι:

Είμαι απόλυτα πεπεισμένη πως βρισκόμαστε σε μια από τις πιο κρίσιμες συγκυρίες της σύγχρονης ελληνικής και ευρωπαϊκής ιστορίας. Ακόμα, είμαι απόλυτα πεπεισμένη πως δεν υπάρχει αντικειμενικότητα, δεν υπάρχουν αντικειμενικές αλήθειες, υπάρχουν αντιθέτως πολλές πραγματικότητες και η προσωπική πραγματικότητα του καθενός μας. Αυτά είναι παραδοχές, οι οποίες για μένα έχουν αξιωματική ισχύ. Αν κάτι από αυτά σε βρίσκει αντίθετο, μη διαβάσεις παρακάτω, πιθανόν να εκνευριστείς.

Στη δεδομένη λοιπόν συγκυρία, υπάρχει η πολιτική του μνημονίου και της μοναδικής εναλλακτικής, που σαν τους πρώτους χριστιανούς, οι οπαδοί και υποστηρικτές της προωθούν με θρησκευτική πίστη και ευλάβια. Υπάρχει και η πραγματικότητα όσων πέφτουν θύματα αυτής της πολιτικής. Κοινώς, όπως πάντα συμβαίνει σε αυτού του τύπου τις μάχες, υπάρχουν δυο στρατόπεδα. Οι αντιθέσεις είναι αρκετά πολωμένες ήδη, και όποιος λέει πως η πόλωση είναι κακό πράγμα, ας ρίξει μια ματιά στην ιστορία. Η πόλωση δεν είναι ούτε καλή ούτε κακή. Είναι μια ιστορική πραγματικότητα, μια συνέπεια συγκεκριμένων πολιτικών, κοινωνικών διεργασιών και, got news for you, συσχετισμών δυνάμεων. Ένα πράγμα μένει στον καθένα μας να κάνει: να διάλεξει πλευρά.

Γίνεται πολύς λόγος για τις εκλογές, αν αυτές αλλάζουν τον κόσμο, αν έχει σημασία η συμμετοχή, αν η αποχή συνιστά λύση, επιλογή, μήνυμα και όλα τα συναφή. Η προσωπική μου άποψη, που είναι και αδιαπραγμάτευτη και απλώς την εκθέτω, είναι η εξής: κανένα φετιχισμό δεν έχω με τις εκλογές. Οι εκλογές, κι αυτό είναι μια ιστορική αλήθεια, είναι μια κοινωνική κατάκτηση, που σε πολλούς κοινωνικούς σχηματισμούς (και στον ελληνικό επίσης), θυμίζω πως κατακτήθηκε με μπόλικους αγώνες και αίμα. Αυτό για να μην είμαστε επιλήσμονες και να μην παίρνουμε το θέμα έτσι χαλαρά, αλλά και να μπαίνουν τα πράγματα στη θέση τους. Σημειώνω δε πως, τεχνηέντως, ποτέ δεν διδασκόμαστε την ελληνική ιστορία της περιόδου μεταξύ τέλους του Β’ Πακοσμίου πολέμου και της Μεταπολίτευσης. Γιατί άραγε; Μήπως γιατί κάποιοι θεωρούν καλό να μην ξέρουμε τι ήταν τα Ιουλιανά, τις έγινε στις εκλογές του ’61 και ’63, ποιος ήταν ο Πέτρουλας και ο Λαμπράκης; Πόσος κόσμος αλήθεια ξέρει τι σημαίνει 114; Αν δεν το ξέρεις, κοίτα εδώ: στο σημερινό Σύνταγμα πρόκειται για το άρθρο 120, το 1965 ήταν το 114. Λεπτομέρειες.

Οι εκλογές λοιπόν, δεν είναι φετίχ, είναι ένα εργαλείο, δομικό στοιχείο της αστικής δημοκρατίας, και όπως κάθε εργαλείο, χρησιμοποιείται κατάλληλα και προς το συμφέρον της πλευράς που έχει το πάνω χέρι στο συσχετισμό δυνάμεων. Για να το πω καθαρά, ο κόσμος δεν αλλάζει με τις εκλογές. Οι εκλογές όμως, ή μάλλον το αποτέλεσμά τους, μπορούν να δώσουν ώθηση στις εξελίξεις. Το αποτέλεσμά τους μπορεί να αποτελέσει διαπραγματευτικό χαρτί, να δώσει ένα καλό boost σε άλλου τύπου διεργασίες. Παράλληλα δε, και κάνοντας μια αναγωγή, πιστεύω ακράδαντα πως ζητήματα όπως το γυναικείο, το περιβαλλοντικό ή το μεταναστευτικό αποκλείεται να επιλυθούν στα πλαίσια του παρόντος συστήματος: πλην όμως, κι επειδή δεν είμαι χριστιανή για να πιστεύω στην ανάσταση των νεκρών και στη μεταθανάτια ζωή, αν είναι εφικτό να γίνουν κάποιες βελτιώσεις in the meantime καλώς. Φτάνει αυτές να μην καθυστερούν τη γενικότερη πορεία προς την «δικιά μας ουτοπία», και φτάνει να μην βαυκαλιζόμαστε: το σύστημα σου δίνει ψιχουλάκια τύπου άδεια μητρότητας ή ιθαγένεια στους μετανάστες, επειδή έχει κάτι να κερδίσει από αυτό ή επειδή νιώθει στριμωγμένο: μικρές νίκες μεν, την αξία τους έχουν, αλλά δεν αλλάξαμε και τον κόσμο επειδή πιθανά κατακτήσαμε αυτές τις πίστες. Τα κοιινωνικά δικαιώματα μπορούν και να αποτελέσουν μεγάλη λούμπα.

Ομοίως και με τις εκλογές. Για να το κάνω ταληράκια: αν υποθετικά έχεις ένα 30% των βουλευτικών εδρών στην αριστερά σε αυτές τις εκλογές, αλλιώς σπρώχνεται το κίνημα που θα έχεις (δεδομένα) εκτός Βουλής, απ’ότι αν η αριστερά εντός έχει ένα 10% (που δεν θα έχει τόσο, αλλά λέμε τώρα). Προφανώς, σκέτες οι βουλευτικές έδρες, δεν προσφέρουν απολύτως τίποτα. Έχε ακόμα υπόψην τα εξής δεδομένα: αφενός είναι απόλυτα βέβαιο πως θα υπάρξουν κι άλλα μέτρα μετά τις εκλογές. Αφετέρου, υποθέτω πως δεν θες τα χρυσαύγουλα στο Κοινοβούλιο, σε όποιο πολιτικό χώρο κι αν ανήκεις (και σε αυτό το σημείο η υψηλή συμμετοχή στις εκλογές έχει αξία). Τρίτο και σπουδαιότερο: αυτό που συμβαίνει, δεν αφορά αποκλειστικά την Ελλάδα, και το παιχνίδι δεν παίζεται μονάχα εντός των τειχών: πέρα από τις αναπόφευκτες συνέπειες και κλυδωνισμούς στο πλαίσιο της Ευρωζώνης, ας μην ξεχνάμε τα αδερφάκια γουρουνάκια που βράζουν περίπου στο ίδιο καζάνι. Κι επειδή νταξ, ψιλοείμαστε και με το διεθνισμό (sic), αν ήμουν Ισπανίδα ή Ιταλίδα, δε θα με χάλαγε να μάθαινα πως η Ελλάδα ψήφισε αριστερά. Μάλλον θα μου έδινε έναν άλλο αέρα για τις κινητοποιήσεις που θα ακολουθήσουν.

Από και και πέρα, κι ίσως σε αυτό το θέμα θα έπρεπε να είχα αναφερθεί νωρίτερα, αλλά ας είναι, η συγκυρία είναι τέτοια που δεν χωράνε ευγένειες, αντικειμενικότητες και «δικαιοσύνες». Η άλλη πλευρά εξαπολύει έναν ανηλεή αγώνα προπαγάνδας, αποπροσανατολισμού και εκφοβισμού, δεν φείδεται εξόδων και προσπάθειας σε αυτό το πεδίο και δεν είναι ούτε αντικειμενική, ούτε δίκαιη. Κοινώς υπηρετεί το συμφέρον της με μεθοδικότητα και δουλεύει για την υλοποίηση της στρατηγικής της με ζήλο. Ε, σε αυτό το πλαίσιο, και χωρίς καμία ενοχή ή δεύτερη σκέψη, κι έχοντας κατά νου πως το δίκιο είναι με την από δω πλευρά και πως η πραγματικότητά της είναι η πραγματικότητα των πολλών, προσωπικά θα στηρίξω την «προπαγάνδα της αριστεράς της στείρας άρνησης». Κι όποιος ζητήσει προτάσεις, ας αναλογιστεί καταρχάς αν αυτό αποτελεί eligible πρόταση. Κατόπιν, να αναλογιστεί πως στην αριστερά γενικότερα, δεν περιμένει κανείς το Μεσσία, αλλά δουλεύουμε όλοι μαζί για να φτιάξουμε τον κόσμο που θέλουμε. Προτάσεις λοιπόν: για πες εσύ τι προτείνεις; Μνημόνιο ας πούμε;

Σ’αυτές λοιπόν τις εκλογές, θεωρώ κομβικής σημασίας την συμμετοχή, ακόμα και από όσους (και κυρίως από αυτούς) είναι δεδηλωμένα και ιδεολογικά πολέμιοι των εκλογών. Στην πολιτική είναι απαραίτητη η ευελιξία, και η επιλογή της τακτικής θα πρέπει πάντα να γίνεται βάσει ανάλυσης της συγκυρίας και των απαιτήσεών της. Όποιος δεν πάει να ψηφίσει, αναλαμβάνει ακέραια την ευθύνη της πράξης του, καθώς και των επιπτώσεων που αυτή θα έχει σε όλη την ελληνική κοινωνία και ακόμα σε όσους δεν έχουν δικαίωμα ψήφου (τους ανήλικους για παράδειγμα). Και για μένα είναι αυτονόητο πως δεν θα έχει κανένα δικαίωμα κατόπιν να ασκήσει κριτική ή να παραπονεθεί για όσα θα ψηφιστούν εντός Βουλής. Ας είχε εκφραστεί εγκαίρως.

Από κει και πέρα, εδώ πέρα δεν είμαστε κόμμα και δεν βγάζουμε γραμμή, απλά την αποψάρα μας λέμε. Κατά την αποψάρα λοιπόν της γράφουσας, οι μόνες πιθανές επιλογές σε αυτές τις εκλογές είναι αριστερά, και για την ακρίβεια ΚΚΕ, Συριζα ή Ανταρσύα. Κι αυτό γιατί είναι οι μοναδικές δυνάμεις με σαφή αντιμνημονιακή τοποθέτηση, κινηματική δράση και αριστερή προοπτική, αλλά και οι μοναδικές που δικεδικούν την είσοδο στη Βουλή με αξιώσεις (για την τρίτη μπορεί και να είναι wishful thinking βέβαια αυτό που λεώ 🙂 ).

Σε κάθε περίπτωση, στις 6 του Μάη, και δεν είναι κινδυνολογία, κρίνεται το μέλλον όχι μόνο της δικής μας χώρας, αλλά πιθανότατα και των υπόλοιπων ευρωπαϊκών χωρών. Για τα επόμενα, ας πούμε πενήντα χρόνια.

Σκέψου, κρίνε και αποφάσισε. Και μην ξεχάσεις ότι δεν υπάρχουν αθώοι.