Έλαβα στο μέηλ μου την παρακάτω πασχαλινή κάρτα:

Και με πιάσαν τα νεύρα μου. To γλυκύτατο πιθηκάκι που βγαίνει μέσα από το πασχαλινό σοκολατένιο αυγό -προφανής παραπομπή σε προϊόν της κακιάς εταιρίας που καταστρέφει το σπίτι του πιθηκακίου- δεν ευθύνεται βέβαια. Η λογική της ΜΚΟ, το url της οποίας διακρίνεται στην κάρτα όμως, είναι αρκούντως ενοχλητική.

Ας πάρουμε τα πράματα από την αρχή, όμως. Οι μεγάλες γιορτές της χριστιανοσύνης είθισται να συνοδεύονται από πράξεις φιλανθρωπίας που απευθύνονται προς ομάδες, πρόσωπα και συλλόγους, τα προβλήματα των οποίων συνήθως ξεχνάμε όλο τον υπόλοιπο χρόνο. Έτσι διαφυλάσσεται η κανονικότητα της κοινωνίας, η ομαλή ροή του προγράμματος της ζωής -και βέβαια, καθησυχάζονται οι τύψεις μας.

Τι είναι οι τύψεις; Είναι ένας ψυχικός μηχανισμός που εντάσσεται εξ ολοκλήρου στο θυμικό, συνδέεται απόλυτα με το συναίσθημα. Το συναίσθημα συχνά λαμβάνει ακραίες διαστάσεις, που όσο μεγαλύτερη ένταση έχουν, τόσο μικρότερη είναι η διάρκειά τους. Οι τύψεις πάλι, είναι ένας μηχανισμός που καλλιεργείται συστηματικά από το εκπαιδευτικό σύστημα και την οικογένεια και προκαλούν ενοχή, μια κατάσταση συνδεδεμένη άρρηκτα με την ανασφάλεια, την αβεβαιότητα και τα ερωτηματικά: «μήπως είμαι λάθος; μήπως τον πλήγωσα; μήπως είπα πολλά; μήπως έκανα λίγα; μήπως φταίω;». Αυτόματα λοιπόν, ενεργοποιούνται αντιδράσεις που οδηγούν σε πράξεις, to be on the safe side. Για καλό και για κακό, ας πω μια καλή κουβέντα, ας αγοράσω ένα δώρο, ας χρηματοδοτήσω τη Unicef, ας υπογράψω το petition. Στο πίσω  μέρος του μυαλού μου, υπάρχει πάντα το ενδεχόμενο αυτές οι πράξεις να είναι εντελώς ατελέσφορες. Εγώ όμως «έκανα το χρέος μου«, έκανα ό,τι μπορούσα, τι παραπάνω άλλωστε θα μπορούσα να προσφέρω, βρε αδερφέ; Καθησυχάζονται λοιπόν οι τύψεις, έστω προσωρινά, μέχρι την επόμενη καμπάνια, μέχρι την επόμενη είδηση, μέχρι την επόμενη επίκληση του θυμικού.

Επιστρέφοντας στην κάρτα: πράγματι, η Νεστλέ καταστρέφει τροπικά δάση για να πάρει μεγάλες ποσότητες φοινικέλαιου (ή κάποιας αντίστοιχης ουσίας, απαραίτητης για την παρασκευή των σκουπιδιών με τα οποία μας προσκαλεί να ταΐζουμε τους εαυτούς και τα παιδιά μας). Πράγματι, τα τροπικά δάση είναι ένα από τα οικοσυστήματα που κινδυνεύουν και που είναι απαραίτητα για την περιβαλλοντική ισορροπία, για να μην αλλάξει δραματικά το κλίμα, κλπ κλπ μπλα μπλα μπλα. Πράγματι, αυτό υπονομεύει το μέλλον του πλανήτη και το δικό μας.

Τι μου λέει να κάνω η κάρτα; Να πω στη Νεστλέ να μην καταστρέφει το δάσος. Δηλαδή; Να πάρω τηλέφωνο τους μεγαλομετόχους και τα διευθυντικά στελέχη της εταιρίας και να τους πω «μην καταστρέφετε το δάσος, είναι το σπίτι του χαριτωμένου πιθηκακίου που είδα στην κάρτα της Greenpeace»; Και προφανώς, τα μεγαλοστελέχη θα συγκινηθούν και θα σταματήσουν να απομυζούν το φοινικέλαιο, θα παρατήσουν και τη Νεστλέ και θα επιστρέψουν σε βιώσιμες και αειφόρους διαδικασίες παραγωγής, ή ακόμα καλύτερα, θα πάρουν τα βουνά και τα λαγκάδια να σώσουν πιηθκάκια και κορμοράνους.

Πάμε καλά; Οκ, προφανώς αυτό στο οποίο με καλεί η Greenpeace δεν είναι να τηλεφωνήσω στα μεγαλοστελέχη. Μάλλον (δεν πήγα στην ιστοσελίδα, δεν έκανα το κλικ, δεν υπέγραψα πουθενά, σόρρυ), η ΜΚΟ με καλεί να υπογράψω ένα petition, να στηρίξω τη δράση της, να γίνω συνδρομήτρια ή υποστηρίκτρια. Να καθησυχάσω τις τύψεις που αυτή μου προκάλεσε, υπογράφωντας, πληρώνοντας, κάνοντας ένα κλικ. Πιθανότατα, με καλεί ακόμα και στο να μποϋκοτάρω τα προϊόντα της Νεστλέ.

Και λοιπόν; Ακόμα και αν όλος ο πληθυσμός της γης που καταναλώνει προϊόντα της Νεστλέ κάνει όλα τα παραπάνω, αυτό θα λύσει το πρόβλημα; Αν η Νεστλέ ακολουθήσει τις πολιτικές αειφόρου και βιώσιμης παραγωγής, δεν θα συνεχίσουν να υπάρχουν ένα σωρό άλλες Νεστλέ; Δεν θα συνεχίσουν να υπάρχουν βιομηχανίες ρούχων, απορρυπαντικών, πετρελαίου και ένα σωρό άλλες που συντηρούν τις ίδιες δομές, που συνεχίζουν να κάνουν τις βρομιές τους στο περιβάλλον και τα δάση, που εκμεταλλεύονται ταϊλανδεζάκια και κινεζάκια, που χρηματίζουν και ελέγχουν πολιτικούς και κυβερνήσεις, που θησαυρίζουν σε βάρος του μέλλοντος (του δικού μας και του πιθηκακίου της κάρτας);

Προσοχή, προσωπικά πιστεύω πολύ στις συλλογικές δράσεις. Όντως ένα μακροχρόνιο και σθεναρό μποϋκοτάζ μπορεί να είναι μια πολύ αποτελεσματική κίνηση: μεσοπρόθεσμα και μόνο υπό την προϋπόθεση πως θα συνοδεύεται και από παράλληλες δράσεις, από δέσμευση, από συνέπεια. Και πάντα ως ένα ενδιάμεσο σκαλοπάτι τακτικής -όχι ως συνολική κίνηση, όχι ως στόχος. Γνωρίζω ακόμα πως υπάρχουν ΜΚΟ πολύ χρήσιμες και πολύ σωστό προσανατολισμό. Οι καμπάνιες και οι δράσεις τους ακριβώς, δεν απευθύνονται στο συναίσθημα, αλλά αποσκοπούν στην ολοκληρωμένη πληροφόρηση, θέτουν στο στόχαστρο τους πρωταγωνιστές των προβλημάτων και εντάσσονται σε μια συνολικότερη στρατηγική. Δεν στοχοποιούν τη Νεστλέ συγκεκριμένα (όχι πως δεν της αξίζει, απλά όσο αξίζει στη Νεστλέ, αξίζει και στη Μαρς και στη Γιάκομπ Σούσαρντ και σε πολλές άλλες), στοχοποιούν τις μεθόδους και τις πρακτικές της κάθε Νεστλέ.

Στην τελική, αν δεν αγοράσω κιτ-κατ, αλλά ξεσκιστώ να τρώω σνίκερς, what’s the fucking point?!?!?

Το ενοχλητικό με αυτό το είδος καμπάνιας δεν είναι μόνο η αφέλεια με την οποία αντιμετωπίζει τόσο το πρόβλημα όσο και τη λύση. Το πιο ενοχλητικό είναι πως αξιοποιεί τις πιο ύπουλες μεθόδους μάρκετινγκ, αυτές που ενεργοποιούν μηχανισμούς του θυμικού, προκαλώντας τύψεις και καθιστώντας εσένα και εμενα υπεύθυνους για πράγματα δυσανάλογα των δυνάμεών μας. Παράλληλα, δε λένε λέξη για την ταμπακιέρα, για τους αληθινούς υπεύθυνους, για τα λόμπι των πολυεθνικών, για τις διαπλοκές τους με τον πολιτικό κόσμο και τις αλληλεξαρτήσεις των δύο αυτών παραγόντων. Κι ακόμα χειρότερα, υπονοούν πως είναι «στο χέρι σου να σώσεις το πιθηκάκι, υπογράφοντας το petition και χαρίζοντας τον οβολό σου». Ό,τι νά’ναι.

Δεν είναι κατ’ανάγκην κακή η ύπαρξη των περιβαλλοντικών οργανώσεων και των ΜΚΟ. Δεν είναι εξ ορισμού αρνητικός ο ρόλος τους. Το πρόβλημα ξεκινάει από τη στιγμή που αυτές (και πολλοί άλλοι παράγοντες της περίφημης «κοινωνίας των πολιτών») λειτουργούν εντός του συστήματος, ενσωματωμένες σε αυτό και με απόλυτα συστημικές μεθόδους, στοχεύσεις και στρατηγικές. Το πρόβλημα διογκώνεται, όταν μετακυλύουν στους ώμους μου/σου δυσανάλογες με αυτούς τους ώμους ευθύνες και καθιστούν αρμοδιότερους εσένα κι εμένα από τον τάδε πρωθυπουργό και το δείνα διευθύνοντα σύμβουλο πολυεθνικής εταιρίας.

Και το πρόβλημα λαμβάνει τερατώδεις διαστάσεις όταν εκπαιδεύονται οι πολίτες ολόκληρης της κοινωνίας να λειτουργούν με βάση το εφήμερο συναίσθημα, αντί της στιβαρής και  τετράγωνης λογικής, καθιστάμενοι εύχρηστα υποχείρια και άλογα εκτελεστικά όργανα. Δηλαδή, άμα μποϋκοτάρω εν προκειμένω τη Νεστλέ, και κάνω στοκ από προϊόντα της Μαρς, ψωνίσω 85 τόνους ρούχα από το H&Μ και παράγω 258 λίτρα σκουπίδια την ημέρα, το έσωσα το περιβάλλον (και το δάσος που είναι το σπίτι του συμπαθούς πιθηκακίου); Ε, δε νομίζω.

Τι στο καλό είναι τελικά η κοινωνία των πολιτών; Υπάρχει και κοινωνία χωρίς πολίτες; Κοινωνία των αμοιβάδων και της σαλμονέλας; Και ποιοι ανήκουν σε αυτή την κοινωνία των πολιτών; Μετέχουν στις διαδικασίες της εξίσου η Νεστλέ, η Greenpeace, ο πρωθυπουργός τάδε, ο βουλετής δείνα, εσύ και εγώ; Λαμβάνουμε αποφάσεις όλοι μαζί; Είναι όλοι αυτοί το ίδιο; Είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα, είμαστε…;

Μια από τις πρώτες καμπάνιες της Greenpeace εισήγαγε το καταπληκτικό και πανέξυπνο σλόγκαν «If you are not part of the solution, then you are part of the problem». Το σλόγκαν αυτό είναι ιδιοφυϊές, εφόσον μεταφραστεί σωστά. Όλοι είμαστε μέρος του προβλήματος και δυνάμει μέρος της λύσης. Ο καθένας στο ποσοστό του, άλλος ως λιθαράκι, άλλος ως τσιμεντόλιθος. Όσο ταγμένα στη λύση και να είναι τα λιθαράκια, αν οι τσιμεντόλιθοι παραμένουν αμετακίνητα μέρος του προβλήματος, η επίλυση παραμένει πολύ μακριά.

ΥΓ. Και δεν είπα λέξη για το αντιαισθητικό αναφορικό «που», το οποίο χρησιμοποιείται (ως πιο πιασάρικο) στο κειμενάκι της κάρτας, αντί του ορθού «όπου».