[Αφού λοιπόν, φίλε μου Λεφτ, με εγκαλείς για χρήση κακού -μη ελβετικού- ρολογιού, δανείζομαι ένα και κάνω ό,τι μπορώ:]

Μερικές φορές δεν είναι απαραίτητο να πεις κάτι. Αν δεν έχεις να πεις τίποτα, καλύτερα να μασάς, παρά να μιλάς. Ειδικά στην περίπτωση που άλλοι τα είπαν ωραία και σωστά και σε κάλυψαν.

Δεν είμαι οικονομολόγος. Δεν είμαι πολιτικός. Δεν είμαι φιλόσοφος. Δεν έχω γνώμη επί παντός επιστητού. Δεν θέλω να έχω γνώμη επί παντός επιστητού. Δεν παρακολουθώ τα δημοσιο-οικονομικά (τα βαριέμαι θανατερά, καλοί μου φίλοι!), δεν συμπαθώ τους αριθμούς. Δεν μπορώ να πω πόσα μηδενικά έχει ένα δις, χωρίς να το σκεφτώ μερικά δευτερόλεπτα (12;).

Δεν ξέρω ποιος είναι τρόπος να βγει η Ελλάδα από το αδιέξοδο. Εσύ ξέρεις;

Αυτό που, εντελώς διαισθητικά, μπορώ να πω είναι ότι αυτή η υπόθεση βρομάει πολύ άσχημα. Δεν βγάζει νόημα (makes no sense!), όταν όλος ο κόσμος ξέρει πως τα οικονομικά της Ελλάδας είναι για τα μπάζα, πως η Ελλάδα μπήκε στο ευρώ με αλχημίες και μαγειρέματα, πως στην Ελλάδα γίνεται της Ελλάδας το κάγκελο από λοβιτούρες, μίζες, σκάνδαλα, οικονομικές ατασθαλείες (σε όλα τα επίπεδα, από το δικό σου, εσένα που διαβάζεις τώρα, ως το επίπεδο του μεγαλοβιομηχάνου/μεγαλοϋπουργού/μεγαλομεγάλου τελοσπάντων) -όταν, λοιπόν όλα αυτά τα’χει όλος ο κόσμος τούμπανο [κι εμείς κρυφό καμάρι, ναι, ναι, καμάρι*], δυσκολεύομαι να πεισθώ από την γεμάτη έκπληξη έκφραση στα πρόσωπα των ευρωπαίων ετέρων (ή μήπως εταίρων;) και του πρωθυπουργού μας, που out of the blue είδαν το φως το αληθινό και ανακάλυψαν ξαφνικά πως χρωστάμε και της Μιχαλούς, πως δεν έχουμε να πληρώσουμε, πως γινόμαστε κάθε μέρα όλο και πιο undergrated, πως τους κοροϊδέψαμε για να μπούμε στο ευρώ (**).

Η αλήθεια είναι πως όλα αυτά αποτελούν μια πάρα πολύ ωραία δικαιολογία για να σερβιριστεί ως αναπότρεπτο και αναγκαίο το μπουγιουρντί στο γνωστό μαλάκα (δημόσιο και ιδιωτικό υπάλληλο, χαμηλόμισθο, έμπορο, αγρότη) που πάλι αυτός θα πληρώσει τα κερατιάτικα όλης της κοινωνίας. Makes sense all of a sudden, huh?

Και, σε εντελώς πρωτογενές επίπεδο, με εκνευρίζει το γεγονός ότι όλος αυτός ο «κοσμάκης» ως μέγιστη αντίδραση αντιλαμβάνεται το να κάθεται στην καφετέρια και να βρίζει παρμένος ρουφώντας τον καππουτσίνο του, ή άντε, να γράψει πύρινα κείμενα στο ίντερνετ και στο τσακίρ κέφι να φτιάξει κι ένα γκρουπ στο φέϊκβουκ.

Ο κόσμος φοβάται, έχει λουφάξει, έχει κάνει τουμπεκί και απλά θα πληρώσει -ή θα βρει μια άκρη, ένα παραθυράκι, για να μην πληρώσει ή να πληρώσει λιγότερα. Ο κόσμος δεν ζει -επιβιώνει. Ο κόσμος δεν δημιουργεί, δεν φχαριστιέται τη ζωή -απλά τη σκαπουλάρει. Ραγιάδες.

Κι είναι και κάτι άλλοι που βρίσκουν λογικό να την πέφτουν οι μπάτσοι στο Γλέζο*** και το μόνο σχόλιο που έχουν να κάνουν, να είναι ένα χώσιμο στο Συριζα για το πανώ και γιατί και καλά «χρησιμοποιεί το Γλέζο». Μάλλον είναι οι ίδιοι που θεωρουν λογικό να καλείται σε απολογία για τα μέτρα που απορρίπτει η Παπαρήγα -και όχι ο ΓΑΠ για τα μέτρα που προτείνει. Προφανώς, θεωρούν λογικό, την στιγμή που έχει πάρει φωτιά το σπίτι, να καθόμαστε να διαφωνούμε για το αν θα χρησιμοποιήσουμε τον πυροσβεστήρα ή θα καλέσουμε την πυροσβεστική και να εγκαλούμε ο ένας τον άλλο, για το σύστημα πυρασφάλειας που δε δούλεψε. In the meantime, φωτιά στα μπατζάκια μας.

Τελικά, αυτό που λείπει, είναι το όραμα και η προοπτική. Και στη θέση του, υπάρχει ένα ersatz προοπτικής, σαν το παλάτι των καθρεφτών στην Αλάμπρα. Δοκιμάστε να προσανατολιστείτε σε ένα συνοθύλευμα διαδρόμων με καθρέπτες: αφενός θα ζαλιστείτε, αφετέρου θα βλέπετε παντού τη φάτσα σας.

Η ουσία είναι αυτή:

[…] Για τον λόγο αυτό δεν έχει εντελώς δίκιο ο Έλληνας όταν φορτώνει την ευθύνη αποκλειστικά στα κόμματα, τους πολιτικούς και την πολιτική. Είναι γεγονός ότι αυτοί φταίνε περισσότερο αλλά είναι επίσης γεγονός ότι δεν είναι ξένοι αυτοί που συγκροτούν την πολιτική σκηνή της χώρας. Είναι Έλληνες αυτοί που κυβερνούν εκλεγμένοι από άλλους Έλληνες… Έλληνες είναι και όσοι τους περιβάλλουν, τα άπειρα κομματόσκυλα (από όποιο χώρο κι αν προέρχονται), οι εργατοπατέρες, οι αγροτοπατέρες, δεν είναι από άλλο πλανήτη, Έλληνες είναι. Έλληνες είναι και αυτοί που βρίζουν το δημόσιο στο οποίο όμως οι ίδιοι θέλουν να βάλουν το παιδί τους από την πίσω πόρτα με την βοήθεια του κόμματος που πιο πριν έβριζαν… Έλληνες είναι και αυτοί που έτρωγαν για χρόνια τα χρήματα των Ευρωπαϊκών επιδοτήσεων (αγροτικών , εκπαιδευτικών, επιχειρηματικών), και όσα έφτασαν στους δικαιούχους φαγώνονταν κι αυτά χωρίς ουσιαστική ανάπτυξη, χωρίς ουσιαστικό έργο. Τα άρπαζαν κι αυτοί ευκαιριακά (πολλοί και όχι λίγοι) και τα ξόδευαν αλόγιστα χωρίς να επενδύουν για να βελτιώσουν το μαγαζί τους, την παραγωγή τους, την έρευνα τους ώστε να μείνει κάτι στη χώρα για το μέλλον. Αντίθετα, πολλοί τα έτρωγαν σε αυτοκίνητα, φρουτάκια και πουτάνες. Θέλω να πω ότι τελικά είναι η ίδια λογική που επικρατεί από τα ψηλά μέχρι τα χαμηλά, η ίδια ευκαιριακή νοοτροπία, ο ίδιος οπορτουνισμός.

Φταίνε γι’ αυτά οι Γερμανοί; Η αλήθεια είναι πως όχι μόνο δεν φταίνε αλλά αυτά τα πλήρωναν Γερμανοί! Όμως είπαμε, στη συνείδηση του Έλληνα όλα ορίζονται από τρίτους και από τα αόρατα νήματα μιας ήδη γραμμένης μοίρας , ο ίδιος δεν φέρει ευθύνη, κι έτσι καταλήγει να ασχολείται με το εξώφυλλο, την επιφάνεια, το επουσιώδες, το σήμερα, το τώρα και για αύριο «έχει ο Θεός»… Να όμως που δεν έχει άλλο! Το καράβι βουλιάζει και παίρνει στον πάτο και αθώους… Τα αίτια της κρίσης θα τα βρείτε εδώ, τα λέει πολύ καλύτερα από όσο θα μπορούσα εγώ. Δεν είμαι ειδικός στα οικονομικά και αυτό που με απασχολεί άλλωστε δεν είναι τόσο η ύφεση όσο οι Έλληνες, η νοοτροπία τους, το πώς αλλοιώθηκαν, το τι μπορούσε να γίνει και δεν έγινε, το τι ευκαιρίες χάθηκαν, το τι μπορεί να γίνει στο μέλλον…

Αν υπάρχει λύση για το μέλλον τότε αυτή δεν θα έρθει από την Ελλάδα ως κράτος, ως διοικητική δομή αλλά από τον Έλληνα ως πολίτη, ως άνθρωπο. Ανεξάρτητα από το αν αυτή η λύση θα έρθει μέσα ή έξω από το παρόν κοινωνικο-οικονομικό σύστημα, είναι ευκαιρία για σκληρή αυτοκριτική, όχι για να επωμιστεί ο «μέσος» Έλληνας την ευθύνη της κρίσης, ούτε για να δικαιωθεί ως μη υπεύθυνος γι’ αυτή. Είναι απαραίτητη η αυτοκριτική για να καταλάβει τα λάθη του, να αποκτήσει νέα ταυτότητα και αυτογνωσία, να αποκτήσει αξίες που έχει χάσει. Μόνο έτσι θα βγει πραγματικά και ουσιαστικά από την κρίση η οποία επαναλαμβάνω ότι για εμένα δεν είναι αποκλειστικά οικονομική αλλά πολιτισμική και αξιακή… Το οικονομικό είναι το αποτέλεσμα, όμως ο πραγματικός πλούτος ενός κράτους δεν είναι οικονομικός. Πλούτος είναι ο πολιτισμός, η ιστορία, η κουλτούρα, οι άνθρωποι, οι γνώσεις τους, οι ικανότητες τους, οι αξίες τους, η υπευθυνότητα τους… Αυτά οφείλαμε να τα έχουμε διαφυλάξει και δεν το πράξαμε. […]

Εγώ πάντως, βαριέμαι να επαναλαμβάνω τα αυτονόητα. Κι όποιος δεν καταλαβαίνει, εκτός που δεν ξέρει πού πατά και πού πηγαίνει, φέρει και ακέραια την ευθύνη γι’αυτό, αλλά και για όσα του συμβαίνουν. Απλά μαζί με αυτόν, συμβαίνουν και στους άλλους.

———————————————————————————

Ένα ακόμα αυτονόητο, IMHO, είναι το γεγονός ότι τα προϊόντα του πολιτισμού δεν ανήκουν σε κανένα. Ανήκουν σε όλη την ανθρωπότητα, ακόμα και σε εκείνους που αγνοούν την ύπαρξή τους ή δεν είναι καν σε θέση να τα εκτιμήσουν. Γιατί τα προϊόντα πολιτισμού, με την γέννηση και την αναγνώρισή τους ως τέτοιων, εγγράφουν στο συλλογικό ασυνείδητο, εν είδει αρχετυπικού συμβούλου, κεκτημένη γνώση, αισθητική, πείρα και παρακαταθήκη.

Αν για παράδειγμα εγώ ισχυριστώ πως ο Σέξπηρ ήταν ατάλαντος και δεν αξίζει μία, αυτό προσβάλλει καταρχάς εμένα την ίδια -και καταδεικνύει την ασχετοσύνη, την κακογουστιά και την αμορφωσιά μου. Καθόλου μάλιστα δεν προσβάλλει ούτε το μακαρίτη το Σέξπηρ, ούτε και τους συγχρόνους μου ομοεθνείς και ομογλώσσους τους. FYI.

==============================================

Επειδή, όντως άλλοι τα είπαν πολύ καλύτερα, να δείτε:

==============================================

*Δε φαντάζομαι να ξέχασες πως το 2007 με τις μεγάλες πυρκαγιές της Πελοποννήσου, διακρινόταν ένα (όχι και τόσο) κρυφό καμάρι στην έκφραση όλων όσων έλεγαν πως «γράφει για μας όλος ο ξένος τύπος».

**α. Μόνο η Ελλάδα παρουσίασε «αλλοιωμένα» στοιχεία;
β. Κανένας, βρε αδερφέ, δεν τα έλεγξε τα στοιχεία της Ελλάδας; Έτσι, με κλειστά μάτια την εμπιστεύτηκαν και δεν είδε κανείς πως κάτι δεν πήγαινε καλά στα τεφτέρια της;

*** «Αυτή είναι η δουλειά του ΜΑΤατζή, αλλιώς κρατικού μπράβου. Να βαράει και να ψεκάζει. Γι’ αυτό προφανώς δεν χρειάζεται να ξέρει ούτε ιστορία ούτε να έχει ευαισθησίες. Όσο για την απολογητική επιστολή των (γραφειοκρατών) αστυνομικών, συμπαθητική και καλογραμμένη μεν, αλλά και την επόμενη φορά τους άλλους τους… ζόρικους θα βρούμε απέναντί μας.»
Τάδε έφη Τσαλ, εδώ.