Quand le monde est déprimant et que ça rend quelqu’un dépressif, il faut pas soigner la personne: il faut changer le monde… MERDE!*
Και ξαφνικά, τα παιδιά μεγαλώνουν και φεύγουν από το σπίτι, για να φτιάξουν τη ζωή τους. Και οι γονείς μένουν μόνοι και το σπίτι άδειο. Και τα αδιέξοδα αποκαλύπτονται με μια απλή κίνηση ματ.
Οι γονείς αναζητούν τρόπο να γεμίσουν το χρόνο τους, γιατί είναι νέοι ακόμα. Ο πατέρας αποφασίζει να μάθει κλαρινέτο άνευ διδασκάλου. Η μητέρα αγοράζει ένα ποδήλατο και κάνει βόλτες στην πόλη. Αλλά εξακολουθούν να μην βρίσκουν νόημα στη ζωή τους. Και, κυρίως, δεν έχουν καμία διάθεση να πάνε στην δουλειά, (και εφευρίσκουν ένα σωρό ανόητες -και διόλου πειστικές- δικαιολογίες) και καμία όρεξη να ελέγξουν το ταχυδρομείο.
Τα παιδιά δεν ζουν πια στο σπίτι. Αλλά οι γονείς συνεχίζουν να ζουν γι’αυτά. Τους μαγειρεύουν, τους φυλάνε όση quische περίσσεψε από το μεσημεριανό, τα περιμένουν ανυπόμονα την Κυριακή για φαγητό -κι αν δεν έρθουν…
Πώς να αλλάξεις συνήθειες χρόνων; Και πώς να το παραδεχτείς όταν καταλαβαίνεις πως αυτό που σου φταίει τελικά είναι η συνειδητοποίηση ότι ξόδεψες μια ζωή à côté** και τώρα πια βρίσκεσαι tout au bord***. Η συνειδητοποίηση πως σε πληγώνουν και σε βασανίζουν όσα συμβαίνουν γύρω σου είναι πολύ πολύ βαριά. Τόσο που δεν μπορείς καν να ανεχθείς τη σκέψη ότι μια Ρουμάνα πουλάει εφημερίδες στον δρόμο για να ζήσει. Δεν ανέχεσαι καν την παρουσία της.
Ίσως γι’αυτό, εντελώς απροσδόκητα εξαφανίζεσαι. Όταν, τρεις μέρες μετά, σε εντοπίζει η αστυνομία και σε μεταφέρει στο σπίτι σου με το ζόρι, βρίσκεσαι αλλού. Έχεις περάσει τρεις μέρες σαν άστεγη μαζί με τους άστεγους, έχεις κοιμηθεί κάτω από ένα φορτηγό, δεν έχεις φάει, αλλά κυρίως έχεις περάσει μέσα από τη φρίκη και φυσικά δεν βγήκες αλώβητος: έχεις δοκιμάσει την έκπληξη που προκαλεί η φρικτή κοινωνία κι είδες πως είσαι καθρέφτης της.
Ξαναφεύγετε μαζί, ζείτε παράνομα εκεί που δεν πρέπει, με τρόπο μη αποδεκτό, εσύ επιστρέφεις όταν εκείνος εξαφανίζεται.
Και φτάνει τελικά η γέννηση ενός νέου ανθρώπου -του παιδιού του γιου σου- για να επιστρέψεις στην ζεστασιά της ζωής σου. Άλλοι πια θα αλλάξουν τον κόσμο, εσύ έχεις ένα ακόμα παιδί να μεγαλώσεις πια.
Όμως δεν είσαι πια ο ίδιος: έχεις μάθει να παίζεις το Boléro με το κλαρινέτο.
____________________________________________________________
Αυτά είναι λίγα από όσα θα δείτε, αν επιλέξετε να παρακολουθήσετε την παράσταση Tout au bord στο Théâtre Le Public (και εδώ). Εμείς βγήκαμε απλά άφωνοι.
Οι Marie-Paule Kumps και Bernard Cogniaux έγραψαν το κείμενο και πρωταγωνιστούν.
__________________________________
*Όταν ο κόσμος είναι καταθλιπτικός, ώστε να παθαίνει κάποιος κατάθλιψη, δεν χρειάζεται να γιατρέψεις αυτόν τον άνθρωπο, χρειάζεται να αλλάξεις τον κόσμο, γαμώτο!
**στο πλάι, στο περιθώριο
***στα άκρα, στην άκρη του γκρεμού