Έχω πραγματικά βαρεθεί σιχαθεί αυτή την παραμύθα που κυκλοφορεί περί σκληρά εργαζόμενων Ελλήνων που δαιμονικά η κακιά μάγισσα Μερκοζύ αποκαλεί τεμπέληδες και άχρηστους και λοιπά. Ό,τι θυμάσαι χαίρεσαι, θα μου πεις. Όχι, θα σου απαντήσω, η κασέτα παίζει ακόμα (μέσα στην εβδομάδα που μας πέρασε, κάπου πέτυχα ένα βίδεο και έλαβα κι ένα μέηλ με τα -πασίγνωστα πλέον- στοιχεία και νούμερα του ΟΟΣΑ κλπ κλπ, βαριέμαι να ψάχνω τώρα).

Δεν εννοώ πως τα στοιχεία είναι λάθος. Δεν εννοώ πως δεν πρέπει να λέγεται η αλήθεια. Να λέγεται και να βροντοφωνάζεται. Πλην όμως, το θέμα πλέον δεν είναι αυτό. Τα διάφορα βίδεα και κείμενα που κυκλοφορούν -μάλιστα και στα αγγλικά, γαλλικά και ό,τι άλλη γλώσσα θέλεις-, που προσπαθούν να πείσουν ότι δεν φταίει ο ελληνικός λαός για την επικείμενη χρεωκοπία (-αυτήν που έχει ήδη γίνει, θες να πεις, -ναι, αυτήν εννοώ) είναι 1. passés και 2. απολογητικά και σε γραμμή άμυνας. Πέραν του ότι είναι εντελώς ηλίθιο να μετράς την παραγωγικότητα, την εργατικότητα και δεν-ξερω-ποιαν-άλλη-ότητα σε εργατοώρες [έλα, πες μου τώρα πως δεν είχες ποτέ συναδέλφους που περνάνε το οχτάωρο στο fb ή παίζοντας πασιέντζες -εγώ στην πρωτεύουσα της Ευρώπης (λέμε και καμιά μαλακία τώρα) είχα τέτοιους και στις τρεις δουλειές που έχω αλλάξει] -πέραν λοιπόν αυτού του αδιάψευστου γεγονότος, η ουσία είναι πως η ρητορική μας πλέον είναι απαράδεκτη, αν μένει στη γραμμή άμυνας. Δεν έχουμε καμιά δικαιολογία πλέον να απαντάμε λες και είμαστε το πεντάχρονο που συνέλαβε η μαμά του να κλέβει το γλυκό από το βάζο. Η κυρία Μέρκελ λέει τους Έλληνες τεμπέληδες και γραφικούς Ζορμπάδες που περνάνε τη ζωή τους χορεύοντας συρτάκι και πίνοντας ούζα, αντί να ξημεροβραδιάζονται σε γραφεία και να βλέπουν ακόμα και στον ύπνο τους τη γραμμή παραγωγής -κι οι Έλληνες απαντούν «όχι, φράου Μέρκελ, εμείς δουλεύουμε σκληρά, κοιτάχτε, το λέει κι ο ΟΟΣΑ πως δουλεύουμε πιο πολλές ώρες από τους Γερμανούς».

Αντί να πεις καθαρά και ξάστερα πως το πλάνο είναι ένα και μοναδικό, να συμπιεστεί το κόστος παραγωγής, ώστε να μείνουν ανέγγιχτα τα κέρδη των επιχειρήσεων -όπου κόστος παραγωγής ίσον τα εργατικά-, αντί να καταδείξεις τον απόλυτο παραλογισμό της σύνδεσης του δημοσίου χρέους με το τους μισθούς των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, αντί να βγεις και να πεις εν τέλει πως το μεγάλο έλλειμα δεν είναι το οικονομικό, αλλά το δημοκρατικό, ότι αυτό το πολίτευμα έχει πλέον καταντήσει να είναι το χαλάκι εισόδου στο Eurogroup, να το τσαλαπατάνε όλοι οι υπουργοί και οι παρατρεχάμενοί τους, πριν μπουν στην αίθουσα της συνεδρίασης. Αντί λοιπόν να πεις αυτά, λες ακόμα «όχι, είμαι εργατικός, είμαι καλό παιδί, φτωχό πλην τίμιο, μην ακούς αυτά που λένε».

Κάνω άσχετη παρέκβαση: σκεφτόμουν τις προάλλες, ποιο είναι το νόημα της κάρτας. Εννοώ το να χτυπάνε κάρτα οι εργαζόμενοι, στην άφιξη και αναχώρησή τους από τον εργασιακό χώρο. Σε ένα εργοστάσιο για παράδειγμα, αυτό δεν έχει κανένα νόημα: η παραγωγή είναι πολύ πραγματική, δεν αμφισβητείται. Εύκολα μετριέται πόσα κιλά καλώδια/χάλυβα/σιδερόβεργες/τσιμέντο/μπισκότα Παπαδοπούλου (οσονούπω Νεστλέ ή Κραφτ, μαθαίνω) παρήχθησαν σε μια μέρα/εβδομάδα/μήνα. Σε μια εταιρία, σε αυτό δηλαδή που ονομάζουμε τομέα υπηρεσιών, τον αέρα κοπανιστό δηλαδή που παράγει ο δυτικός κόσμος εδώ και 2-3 δεκαετίας, επίσης είναι εύκολο να καταλάβεις πόσο δουλεύει ο καθένας: υπάρχουν προθεσμίες, συναντήσεις, πελάτες κλπ. Μη μου πεις πως η κάρτα χρησιμεύει στο να κρίνει ο εργοδότης ποιος εργαζόμενος είναι πιο παραγωγικός και ποιος όχι, ώστε ο πρώτος  να πάρει μπόνους και ο δεύτερος επίπληξη: το έχω ήδη απαντήσει αυτό: ο χρόνος παραμονής στον εργασιακό χώρο δεν ισούται με καμία Παναγία με αληθινή παραγωγή. Ο υπάλληλος γραφείου διαθέτει υπολογιστή, άρα μπορεί να κάνει οτιδήποτε άλλο εκτός από το να δουλεύει, ενώ ο εργάτης -δυσκολότερα μεν- μπορεί να λουφάρει.

Για να μην παρεξηγηθώ, δεν είμαι η εργασιομανής Γερμανίδα (ουουου, φρικαλέο κλισέ!) που στραβομουτσουνιάζει αηδιασμένη με τους λουφαδόρους. Δεν κάνω βουντού στους τεμπέληδες. Καμία σχέση. Απλά δεν είναι αυτό το θέμα μου τώρα.

Επανέρχομαι λοιπόν στην κάρτα: ποια είναι η ουσία; Η παραγωγή. Ούτε καν η παραγωγικότητα δεν είναι το θέμα, αν ο εργοστασιάσρχης έχει πέντε εργάτες που παράγουν για είκοσι πέντε, σκασίλα του αν οι υπόλοιποι είκοσι λουφάρουν (ντάξει, δεν είναι ακριβώς έτσι, απλοποιώ, I know). Ποιο το νόημα λοιπόν της κάρτας; Η πειθάρχιση είναι το νόημα, ο σπασμένος τσμαπουκάς, να νιώθεις πως τελείς υπό ιερά εξέταση μονίμως, να τρέχεις με την ψυχή στο στόμα να χτυπήσεις την αναθεματισμένη την κάρτα, για να μη φανεί πως άργησες δέκα λεπτά ή έφυγες ένα τέταρτο νωρίτερα, επειδή πχ αρρώστησε το παιδί σου ή σου χάλασε το αυτοκίνητο. Θα στο πω σε τρεις λέξεις: το σκυμμένο κεφάλι, αυτό είναι το θέμα.

Ομοίως και στο θέμα μας, όλη αυτή η ρητορική περί τεμπέληδων χαραμοφάηδων Ζορμπάδων παίζει ένα διττό ρόλο. Αφενός να πουλήσει παραμύθα εσωτερικά στην κοινή γνώμη χωρών όπως η Γερμανία. Να πειστεί ο Γερμανός πολίτης ότι για όλα φταίνε αυτοί οι τεμπέληδες των νότιων ηλιόλουστων χωρών (ουουου, άλλο ένα φρικαλέο κλισέ). Με αυτό τον τρόπο έχει αφενός βρεθεί το εξιλαστήριο θύμα, ο φταίχτης για την κρίση, την ύφεση, τη βύθιση του Τιτανικού και το προπατορικό αμάρτημα, ενώ αφετέρου δεν θα ασχοληθεί με το γεγονός ότι τα τελευταία είκοσι χρόνια η αγοραστική του δύναμη (του Γερμανού, πρόσεξέ με) και η πραγματική αξία του μισθού του (ναι, ναι, του Γερμανού εργαζόμενου), έχουν υποβιβαστεί πολύ περισσότερο από οποιουδήποτε άλλου στην Ευρώπη. Να μην το ψάξει παραπάνω και ανακαλύψει πως βασική αιτία γι’αυτή τη μείωση είναι η πολιτική που ασκήθηκε κατά τη γερμανική ενοποίηση, η οποία surprise surprise μοιάζει δαιμονισμένα με την shock therapy της Ρωσίας και της Πολωνίας, η οποία επίσης μοιάζει πάρα πολύ με την πολιτική που επβάλλεται αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα. Και το καλύτερο; Ένας από τους εγκεφάλους και αρχιτέκτονες αυτής της πολιτικής που ασκήθηκε στην ενοποιημένη Γερμανία τότε (δλδ το ξεπούλημα της μακαρίτισσας της ΛΔΓ) ήταν guess who? Κάποιος που τον λένε Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Το βλέπεις το παζλ;

Ο δεύτερος στόχος όλης αυτής της γκροτέσκας και κακόγουστης ρητορικής είναι μάλλον πιο προφανής: να γεμίσει τύψεις και ταπείωνωση ο ήδη εξαθλιωμένος λαός που υφίσταται αυτή την πολιτική για στόχους αλλότριους από αυτούς που του πουλάνε. Να ενσωματώσει το λογύδριο περί τεμπελιάς, χαμηλής παραγωγικότητας και αχρηστείας εν τέλει, να πειστεί πως αυτό που ζει του αξίζει, με συνέπεια -τι άλλο;- να αποδεχτεί την πολιτική που τον καταδικάζει στη μιζέρια αδιαμαρτύρητα. Σαν τον εργαζόμενο που τρέχει αλαφιασμένος να χτυπήσει την κάρτα, έτσι κι αυτός ο λαός να τρέχει για τέσσερις γενιές να ξεπληρώσει ένα χρέος που δεν είναι δικό του, και να είναι κι ευχαριστημένος με το ξεροκόμματο που παίρνει για μισθό γιατί δεν του αξίζει και τίποτα καλύτερο.

Φυσικά, το βλέπουμε να ξεδιπλώνεται σε όλο του το μεγαλείο το κόνσεπτ, όπου δεν πίπτει λόγος, -κυριολεκτικά- πίπτει ράβδος. Αλλά, όπως το πένθος δεν ταιριάζει τελικά στην Ηλέκτρα, ούτε κι εμάς μας ταιριάζει η ηττοπάθεια.