Ο Βιβλιοθηκάριος μου ζήτησε να γράψω ένα ποστ για τα βιβλία και τη σχέση μου μαζί τους. Επειδή τον συμπαθώ και η παράκληση για την παραγγελιά ήταν πριβέ μεν, ευγενεστάτη δε, είπα να ανταποκριθώ. Είναι λίγο περίεργο το αίτημά του, γιατί είναι πολύ ευρύ, σαν έκθεση με ελεύθερο θέμα κάπως. Γενικά, το «ελεύθερο θέμα» δεν είναι εύκολο να το χειριστείς -όπως οι εξετάσεις με ανοιχτά βιβλία, και δεν ξέρω και τι ακριβώς περιμένει, αλλά, οκ, μια δοκιμή θα μας πείσει -κι εκείνον κι εμένα.

Έμαθα ανάγνωση πριν να πάω στο σχολείο. Στο νηπιαγωγείο διάβαζα ήδη fluently και ήξερα να γράφω -αν και όχι ορθογραφημένα, βέβαια. Βιβλία υπήρχαν πάντα πολλά στο σπίτι μας, και υποθέτω πως τα πρώτα μου βιβλία ήταν τα κλασικά παιδικά παραμύθια που μου διάβαζαν οι γονείς μου. Ξέρετε τώρα, τα Τρία Γουρουνάκια, η Κοκκινοσκουφίτσα, η Χιονάτη και όλα αυτά τα ηθικοπλαστικά και συχνά τρομακτικά. [Μα, είναι τώρα παραμύθι για παιδιά αυτό που μιλάει για ένα λύκο που έφαγε μια γιαγιά;]. Παράλληλα ή λίγο αργότερα, κυκλοφόρησαν και όλα εκείνα τα πιο σύγχρονα παραμύθια του Τριβιζά, τα βιβλία του Πιλάβιου, αργότερα οι κωμωδίες του Αριστοφάνη σε κόμικ -υποθέτω πως όλοι όσοι περάσατε την παιδική σας ηλικία στα τρισκατάρατα (κατά τα άλλα) 80s, με αυτά μεγαλώσατε.

Κατόπιν ήρθαν τα παιδικά βιβλία της Ζωρζ Σαρρή, της Άλκης Ζέη, του Καλιότσου: τα Ξύλινα Σπαθιά (μου το θύμησε η Χάππι -η οποία έγραψε και σχετικό ποστ-μερσί, Χάππι), Το Καπλάνι της βιτρίνας, Τα στενά παπούτσια, ο Θησαυρός της Βαγίας, ο Μεγάλος περίπατος του Πέτρου, Κόκκινη κλωστή δεμένη κ.λπ. Θυμάμαι πως είχα διαβάσει σε αρκετά μικρή ηλικία τους Νικητές και είχα γεμίσει απορίες.

Γενικά, ήμουν διαβαστερό παιδί, προτιμούσα να διαβάζω παρά να παίζω (κι ακόμα περισσότερο βαριόμουν τις διάφορες αθλοπεδιές, κολυμβητήρια, μπαλέτα και τα σχετικά), εξού και είχα ταυτιστεί τρελά με τον Άγγελο από το Θησαυρό της Βαγίας. Δε θυμάμαι ποιο ήταν το πρώτο βιβλίο «για μεγάλους» που διάβασα, αλλά σίγουρα τα πρώτα που με εντυπωσίασαν ήταν Το Όνομα του Ρόδου, τα βιβλία της Αλλιέντε (όλα μέχρι την Πάουλα, μετά την έκοψα) και προφανώς του Ντοστογέφσκυ. Έτσι ξεκίνησα να διαβάζω Ρώσους, αλλά ομολογώ πως ο Τολστόι και ο Τσέχωφ δε με ενθουσίασαν ιδιαίτερα.

Στον Ντοστογέφσκυ αξίζει χωριστή μνεία, μιας και είναι ο αγαπημένος μου συγγραφέας και τον θεωρώ πραγματική διάνοια. Τα πρώτα που διάβασα ήταν ο Ηλίθιος και ο Παίκτης (γύρω στα 15), εντυπωσιάστηκα πολύ, τόσο που πέρασαν μερικά χρόνια για να διαβάσω και τα υπόλοιπα βιβλία του. Ο Ντοστογέφσκυ ήταν η αιτία που έκανα μαθήματα ρώσικων, ελπίζοντας κάποτε να τον διαβάσω από το πρωτότυπο (πλέον είμαι ρεαλίστρια, αυτό το ενδεχόμενο δεν παίζει). Το παράξενο είναι πως το μεγάλο του σουξέ, το Έγκλημα και Τιμωρία, το διάβασα τελευταίο. Ήταν εκείνη η εξαιρετική έκοδη του Γκοβόστη, σε μετάφραση του Άρη Αλεξάνδρου -πρέπει να το διάβασα 3-4 φορές συνεχόμενα.

Είπα Άρης Αλεξάνδρου και θυμήθηκα πόσο με έχει ενθουσιάσει το Κιβώτιο. Καταπληκτικό, κρίμα που το έχω σε μια άθλια έκδοση με πολλά τυπογραφικά λάθη και άσχημο εξώφυλλο.

Πολύ είχα χαρεί τα έργα του Μολιέρου -μολονότι υποχρεωτικά αναγνώσματα για τις εξετάσεις των γαλλικών. Συνήθως ό,τι διαβάζεις για εξετάσεις, το σιχαίνεσαι. Μόνο με το Μολιέρο και το Θουκυδίδη δε μου συνέβη νομίζω, μάλλον επειδή πρόκειται για αριστουργήματα, ίσως κι επειδή κατέχουν και οι δυο τόσο καλά την τέχνη της γλώσσας.

Όσο κι αν μου αρέσει η γαλλική λογοτεχνία, αδύνατο να συμπαθήσω τον Ουγκώ. Αντιθέτως, απόλαυσα πολύ τα βιβλία του Καμύ, του Μπαλζάκ -και εσχάτως γνώρισα την Άναις Νιν και την Αμελί Νοτόμπ (οκ, αυτή είναι βελγίδα).

Κατά τα άλλα, πέρασα προφανώς τη φάση Πόε-Μπωντλέρ-Ρεμπώ-Καρυωτάκης (όποιος δεν την πέρασε να σηκώσει το χέρι), αλλά χόρτασα κατάθλιψη, φτάνει*. Και τη φάση του Καβάφη την πέρασα, αλλά αυτόν τον διαβάζω ακόμα -αν και με λιγότερη μανία. Διάβασα μονορούφι τα βιβλία του Όργουελ και του Μπρεχτ, και σαφώς είναι από τα αγαπημένα μου.

Δεν ξέρω αν έχει πολύ νόημα να κάτσω να κάνω λίστες με συγγραφείς με βιβλία. Σίγουρα θα ξεχάσω πολλούς, και μάλλον θα είναι βαρετό -σαν κατάλογος εκδόσεων. Αυτό που ίσως έχει σημασία -και για τον Βιβλιοθηκάριο- είναι μάλλον πως αγαπώ το διάβασμα, σαφώς προτιμώ τη λογοτεχνία από κάθε άλλο είδος, και πλέον περνάω φάσεις που διαβάζω μανιωδώς το ένα βιβλίο μετά το άλλο, και άλλες φάσεις που για μήνες διαβάζω μόνο περιοδικά. Πρέπει να εξαρτάται από το πόσο μπουκωμένος είναι ο εγκέφαλός μου με διάφορα άλλα. Δε  μπορώ πάντως να φανταστώ το σπίτι μου (και το κομοδίνο μου) χωρίς βιβλία. Το όνειρό μου είναι μια τεράστια βιβλιοθήκη από τοίχο σε τοίχο και από το πάτωμα ως το ταβάνι -με σκαλίτσα!

Οπωσδήποτε πρέπει να σημειώσω την όψιμη αγάπη μου για κόμιξ. Και, δεν ξέρω, αν μετράει, αλλά μία από τις βιβλιοθήκες του σπιτιού, είναι αφιερωμένη στους ταξειδιτικούς οδηγούς (δε μετράει, πλάκα κάνω!).

Αυτό τον καιρό, διαβάζω αυτό -και έχω καταπoρωθεί!

Άλλες απορίες, Γιώργο;

=============================
*Α προπό, αν δεν την έχετε υπόψη, να ψάξετε μια καταπληκτική έκδοση ποιημάτων του Μπωντλέρ μεταφρασμένων από τον Καρυωτάκη (26+1 ποιήματα νομίζω πως λέγεται).