clic + clic

Άκουσα έναν κάτοικο της περιοχής, ο οποίος ερωτήθηκε αν ήξερε τη συγκεκριμένη οικογένεια και τις συχνές επισκέψεις της στους κάδους της γειτονιάς. Η απάντησή του ήταν τόσο ειλικρινής, που προκαλεί ρίγος: “Εδώ αποφεύγουμε να βλέπουμε ο ένας τον άλλον, είναι επικίνδυνα τα πράγματα…”.

Ποιος έχει κερδίσει όταν άνθρωποι που ζουν στην ίδια γειτονιά αποφεύγουν να κοιτάζουν ο ένας τον άλλο; Εντάξει, οι περισσότεροι μεγαλώσαμε και ζούμε σε μια μεγαλούπολη, όπου κυριαρχεί η αποξένωση και οι άνθρωποι δεν γνωρίζονται μεταξύ τους. Ο τρόπος ζωής, οι γρήγοροι ρυθμοί, οι υποχρεώσεις, η έλλειψη χρόνου και όλα αυτά που μάθαμε να γράφουμε στις σχολικές μας εκθέσεις οδήγησαν εκεί. Προφανώς αυτή η αδιαφορία και η αποξένωση ήταν απλώς ο προθάλαμος για να φτάσουμε στο σημείο να φοβόμαστε τον διπλανό μας, όποιος κι αν είναι αυτός. Δε μιλάμε καν για έννοιες άπιαστες, όπως η αλληλεγγύη και η αλληλοϋποστήριξη. Μιλάμε για την απλή και άδολη «καλημέρα».

Ποιος κερδίζει από αυτό; Προφανώς ο ίδιος που οπλίζει αστυνομικούς, ο ηθικός αυτουργός μιας έκρηξης στα σκουπίδια. Το επόμενο στάδιο είναι μάλλον να επιτίθεσαι προκαταβολικά σε αυτόν που θα σε κοιτάξει, έστω και από αφηρημάδα, επειδή ενδέχεται και να θέλει να σου κλέψει το πορτοφόλι. Δεν απέχει πολύ, φυσικά, από την λογική που οδηγεί τους ιδιωτικούς υπαλλήλους  να στέκονται απέναντι στους «προνομιούχους» εργαζόμενους στο δημόσιο. Όλους εκείνους που είπαν πως ναι, ορθώς κόπηκαν τα προνομιακά επιδόματα και ο 13ος μισθός στο δημόσιο -αντί να σκεφτούν μήπως θα ήταν λογικότερο να διεκδικούσαν κι εκείνοι αντίστοιχα «προνόμια».

Μπορεί να ακούγεται πολύ γραφικό, αλλά συνήθως όταν σε ένα σύνολο, όποιο κι αν είναι αυτό, ο καθένας κοιτάει την πάρτη του, επιβουλεύεται τον διπλανό του, επειδή τάχα έχει πέντε δεκάρες παραπάνω, και η επιβίωσή του εξαρτάται από το θάνατο του άλλου -τότε αυτό το οργουελικό πράγμα δεν αποτελεί πια σύνολο, αλλά έχει μετατραπεί σε ζούγλα. Το θέμα είναι πως ακόμα και στη ζούγκλα υπάρχουν κανόνες, ναι, ναι, κανόνες που έχουν τεθεί από τη φύση, γιατί αλλιώς και η ζούγκλα θα είχε οδηγηθεί νομοτελειακά στον αφανισμό.

Δεν με ενδιαφέρουν οι συναισθηματισμοί και οι εκρήξεις οργής και αγανάκτισης, που καταγράφηκαν στο διαδίκτυο (και υποθέτω και στα ΜΜΕ, τα οποία δεν παρακολουθώ πια). Ο θρήνος της μάνας, η διασκορπισμένη σε τέσσερις χώρες οικογένεια, η οδύσσεια της πορείας από τις βόμβες του Αφγανιστάν, μέχρι τις βόμβες της Αθήνας. Όλα αυτά είναι η βασιλική οδός, για να ξεχαστεί το θέμα γρήγορα, αφού οι επόμενες ειδήσεις θα είναι η άφιξη του Αγίου Φωτός/Αρχηγού κράτους από την Ιερουσαλήμ, το ξεκοκάλισμα του οβελία, τα τροχαία της Δευτέρας του Πάσχα και η (ακριβοπληρωμένη) πορεία της φτωχής πλην τίμιας Ελλάδας στη Γιουροβίζιον.

Aφήνω στην άκρη τον παραλληλισμό με τον Γρηγορόπουλο, στην περίπτωση του οποίου κάηκε το σύμπαν (και καλώς κάηκε). Βλέπεις ένας 15χρονος Έλληνας νεκρός από μπάτσο στα Εξάρχεια δεν είναι το ίδιο με ένα 15χρονο Αφγανό νεκρό από βόμβα στα Πατήσια ή με έναν 24χρονο νεκρό Αλβανό εργάτη -πάλι από μπάτσο- στο Βύρωνα. Λες και δεν είναι όψεις της ίδιας κοινωνίας και τα τρία. Εκτός και αν τελικά ισχύει πως αυτή η κοινωνία συνηθίζει στους νεκρούς από σφαίρες αστυνομικών ή βόμβες, πράγμα μάλλον πιθανό και ενδεχομένως αναμενόμενο.

Μάλλον είναι ακόμα πιο εξοργιστικές οι παραμυθίες του Υπουργού για «καθεστώς επικουρικής προστασίας στην οικογένεια-«κηδεία δημοσία δαπάνη αι όπως αρμόζει στον πολιτισμό και τη θρησκεία του νεκρού παιδιού» (σε ποιο Τζαμί και σε ποιο νεκροταφείο, αλήθεια; Κωνσταντινουπόλεως; Σουφλίου;) – ταξιδιωτικά έγγραφα» και λοιπές παρηγοριές. Τόση άλλωστε είναι η διαφορά του σοσιαληστικού ΠαΣοΚ από την δεξιά ΝΔ: η τελευταία απλά δεν θα είχε κάνει τίποτα. Όμως, ακριβώς αυτά τα γιατροσόφια του Υπουργού δηλώνουν πως δεν αντιμετωπίζεται το υπαρκτό πρόβλημα της άθλιας και ταπεινωτικής διαβίωσης των μεταναστών, πως δεν εφαρμόζεται ένα ολοκληρωμένο και σαφές σχέδιο θεραπείας του μεταναστευτικού, πως δεν δίνεται καμία απάντηση στον εκκολαπτόμενο φασισμό. Στο κάτω κάτω, η κοινωνία ολόκληρη επωφελείται από αυτή τη μεσοβέζικη και μεσαιωνική κατάσταση: ναι, ναι, ολόκληρη η κοινωνία, δλδ κι εσύ που δίνεις ψίχουλα στην αλβανίδα παραδουλεύτρα, τη φιλιπινέζα νταντά, τον πακιναστανό εργάτη, γιατί δεν έχουν χαρτιά και άρα δεν μπορούν να διεκδικήσουν τίποτα. Και, φυσικά το κράτος και οι πολιτικοί που προτιμούν οι ψηφοφόροι να στρέφονται εναντίον των μεταναστών, από το να στραφούν εναντίον των ιδίων. Παράλληλα, η «ευγενική πράξη» του πασοκοΥπουργού αποτελεί την επιβεβαίωση ότι «πρόκειται για ένα ακόμα μεμονωμένο περιστατικό», το οποίο αντιμετωπίζουμε ατομικά και κατά μόνας -ελπίζοντας (;) πως δεν θα επαναληφθεί.

Μόνο που θα επαναληφθεί με τον ένα ή τον  άλλο τρόπο. Για τον πολύ απλό λόγο πως κάποιους συμφέρει η πολυδιάσπαση της κοινωνίας, ο ατομισμός και η συλλογική αποκτήνωση. Είναι πολύ βολικό για κείνους που θέλουν να μας πείσουν πως το έλλειμα και ο κίνδυνος πτώχευσης είναι συλλογική μας υπόθεση, ζήτημα της «Ελλάδας μας», να παρακολουθεί ο κόσμος ένα έκτακτο δελτίο που ανακοινώνει την δολοφονία ενός ανήλικου μετανάστη, σαν «μικρή διακοπή από τη ροή του κανονικού προγράμματος». Και να σκέφτεται ο ανυποψίαστος μικρομεσαίος πως ήταν άτυχος ο μικρός Χαμιντουλάν, πως είναι τραγική η κατάσταση στο Αφγανιστάν (όπου à propos υπηρετούν και έλληνες φαντάροι -αχ ναι, τι νόμιζες, τυχαίο είναι;), πως όλα είναι του θεού (κι η παντρειά της τύχης) ή, ακόμα χειρότερα, πως μπορεί και να πληρώνει αμαρτίες. Με αυτό τον τρόπο, και ο ανυποψίαστος μικρομεσαίος πείθεται ακόμα περισσότερο πως είναι «πάλι καλά» μες την επιβίωσή του, πως αυτός θα τη βολέψει μωρέ, αυτός δεν χρειάζεται να ψάχνει για φαγητό στα σκουπίδια (ακόμα). Θα συνεχίσει να μαζεύει  αποδείξεις, προσπαθώντας να σώσει την Ελλάδα και το τομάρι του, υποθηκεύοντας ταυτόχρονα το μέλλον. Αλλά κανείς δεν απολαμβάνει την ζωή που αξίζει σε όλους.

The rivers on the pavement
Are flowing now with blood
The children of the future
Are drowning in the flood

In this social chaos
There’s violence in the air
Gotta keep your wits about you
Be careful not to stare