Την είδα για πρώτη φορά στο L’auberge espagnole, μια ταινία που όσοι έκαναν Erasmus ή είχαν παρόμοιες εμπειρίες, λάτρεψαν και σίγουρα τους έφερε δάκρυα συγκίνησης στα μάτια. Σε αυτή την ταινία, ο ρόλος της ήταν πολύ ιδαίτερος, αφού ενσάρκωνε μια βελγίδα λεσβία, χωρίς να την κάνει καρικατούρα, με φυσικότητα και αμεσότητα (και χωρίς πολύ έντονη βέλγικη προφορά!). Η σκηνή στην οποία δίνει μαθήματα «πεσίματος» στον φίλο της Xavier, προκαλεί γέλια μέχρι δακρύων και καταλήγει στην κορυφαία ατάκα «Τι περιμένεις; όλες ίδιες είναι!».

Η ταινία είναι έτσι κι αλλιώς πανέμορφη, γλυκύτατη και τρυφερή, και ανήκει σε αυτό το φρέσκο είδος γαλλικού κινηματογράφου, του οποίου σημαντικότερη στιγμή ήταν μάλλον η Amélie (ο πρωτότυπος τίτλος είναι «Le fabuleux destin d’Amélie Poulain», δηλ. Το μυθικό πεπρωμένο της Αμελί Πουλαίν). Με τις σωστές δόσεις ρομαντισμού, χαριτωμενιάς, γλυκόπικρου στοιχείου, γέλιου, συγκίνησης και στοργής, και μια σαφώς γαλλική -για να μην πω παριζιάνικη- αύρα.

Κατόπιν την είδα στο sequel της Auberge espagnole, το Les poupées russes, όπου παίζει το ίδιο πρόσωπο 5 χρόνια μετά. Καμία από τις δύο ταινίες δεν διαδραματίζεται κατ’αποκλειστικότητα στην Γαλλία, αλλά και οι δύο είναι σαφέστατα γαλλικές. Η Βελγίδα μας είναι μες τα νερά της και ενίοτε κλέβει την παράσταση από την Audrey Tautou (στην πρώτη) και την Kelly Reilly (στην δεύτερη), κι ας μην είναι η πρωταγωνίστρια.

Και πρόσφατα, στο Fauteuils d’orchestre, έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο, παίζοντας μια φτωχή, αλλά αθεράπευτα αισιόδοξη, λίγο αφελή, αλλά με μπόλικο χιούμορ, σερβιτόρα, που δουλεύει στο πιο σικ, φινετσάτο και σνομπ καφέ του Παρισιού, όπου συχνάζουν καλλιτέχνες και επαγγελματίες του χώρου της Τέχνης. Με την αφέλεια, την ασχετοσύνη, αλλά κυρίως το αστραφτερό της χαμόγελο, καταφέρνει να τους κερδίσει, ενώ όλοι αυτοί καταφέρνουν να ξαναπάρουν την ζωή τους στα χέρια τους. Αν και ο ρόλος της είναι λίγο στο μότο «φτωχή πλην τίμια» σερβιτόρα, τόσο η ηρωίδα, όσο και η ταινία, γλιτώνουν τα κλισέ και τους άχρηστους μελοδραματισμούς.

Φέτος, πρωταγωνιστεί δίπλα στον πολύ Gérard Depardieu στο Quand j’étais chanteur, το οποίο παρουσιάστηκε στις Κάννες και, τουλάχιστον στο Βέλγιο φαίνεται να έχει μεγάλη επιτυχία -αλλά δεν το έχω δει ακόμη, κι έτσι δεν μπορώ να σας πω τίποτα. Πάντως, ο Gérard είναι μακράν από τους αγαπημένους (και είναι και πολύ ωραίος, και δεν σηκώνω κουβέντα).

Η Cécile de France (τι ειρωνεία, μια Βελγίδα να έχει τέτοιο επίθετο!), γεννημένη το 1975, ανήκει σε αυτή την νέα γενιά γαλλίδων ηθοποιών, που θυμίζουν κορίτσια της διπλανής πόρτας. Είναι χαμηλών τόνων, με μια υπόγεια ειρωνεία, χαμογελούν, δεν είναι σεξοβόμβες, αλλά χαριτωμένες, κάνουν πφφφ! φυσώντας τη φράντζα τους προς τα πάνω, ανασηκώνουν τα φρύδια και τους ώμους με πολύ στυλ και έχουν προσωπικότητα, χωρίς αυτή να φωνάζει. Δεν διαθέτουν το εκτόπισμα της Catherine Deneuve, της Fanny Ardan ή της Isabelle Hupeur, αλλά είναι πολύ καλές ηθοποιοί και ταιριάζουν γάντι στην καινούρια γενιά του γαλλικού κινηματογράφου, ο οποίος είναι πολύ πιο προσιτός, ανθρώπινος, κατανοητός και αισιόδοξος από τα ρεύματα των δεκαετιών του ’60 και του ’70, όπως για παράδειγμα η Nouvelle vague (*).

Και ακόμη, η Cécile έχει πολύ ταλέντο, έχει άποψη, χιούμορ και μπόλικη όρεξη να κάνει όμορφα πράγματα. Μάλλον έχουμε ακόμα να δούμε αρκετά ενδιαφέροντα πράγματα από αυτήν.
Αν δεν έχετε δει τις ταινίες που αναφέρονται στο ποστ, τις συστήνω όλες ανεπιφύλακτα.

(*) την οποία δεν συμπαθώ και δεν το κρύβω, αλλά αυτό είναι υποκειμενικό.